Τι σημαίνει η λατινική φράση, «societas civilis»
Societas στα λατινικά σημαίνει κοινωνία, μετοχή (σε κάτι)· συμμαχία λαών και ηγεμόνων· πολιτική κοινωνία, εταιρία κοινό εγχείρημα· οι κοινωνοί, οι εταίροι, αυτοί που συμμετέχουν σ’ ένα κοινό εγχείρημα·[1] civis ονομάζεται ο πολίτης, ο συμπολίτης, ο ομόπολις, ο αστός, ο πατριώτης.
Το επίθετο civilis σημαίνει πολιτικός, των πολιτών· amor civilis είναι η αγάπη των πολιτών προς αλλήλους· victoria civilis λέγεται η νίκη (υπέρ) των πολιτών και civilis bellum ο πόλεμος των πολιτών προς αλλήλους, ο εμφύλιος πόλεμος,[2] ο επιδήμιος πόλεμος. Στην ιστορία των ιδεών, η λατινική φράση, societas civilis, χρησιμοποιείται για να περιγράψει την μεσαιωνική κοινωνία και το κράτος, την πολιτική κοινωνία, δηλαδή τις νομοκατεστημένες τάξεις, τους αριστοκράτες, τους αρχηγούς των οίκων και των συντεχνιών.
Αναφερόμενος στο φαινόμενο του «συντηρητισμού», ο Παναγιώτης Κονδύλης γράφει: «Γεννά έτσι την εσφαλμένη εντύπωση ότι η προεπαναστατική societas civilis δεν γνώριζε ιδέες και ιδεολογίες, τόσο ως συστηματικές διανοητικές κατασκευές όσο και ως όπλα. Όμως κάτι τέτοιο ήταν αδύνατο ήδη επειδή η κυριαρχία μέσα σε τούτη την κοινωνία, όπως και κάθε άλλη κυριαρχία το αργότερο από την εποχή της διαμόρφωσης ανεπτυγμένων πολιτισμών, είχε ανάγκη νομιμοποίησης, και επί πλέον επειδή κάθε σύγκρουση μεταξύ ομάδων του κυρίαρχου ανώτερου στρώματος ζητούσε και έβρισκε τη δική της ιδεολογική δικαίωση, έστω κι αν αυτή δεν ξεπερνούσε το πλαίσιο των βασικών πεποιθήσεων που επικρατούσαν γενικά μέσα στην societas civilis. Τα θεολογικά, αλλά και πολιτικά συστήματα, τα οποία διατυπώθηκαν στον Μεσαίωνα μέσα σε τέτοιες συγκρούσεις και προσπάθειες νομιμοποίησης, δεν υστερούν απέναντι στις ανάλογες διανοητικές κατασκευές των Νέων Χρόνων ούτε ως προς την επιχειρηματολογική εκλέπτυνση ούτε ως προς την συστηματική πολυμέρεια και ως προς την αξίωση καθολικής ισχύος.»[3]
Και αλλού: «Οι τρεις θεμελιώδεις έννοιες του πολιτικού λεξιλογίου των τελευταίων εκατόν πενήντα ετών. δηλ. «συντηρητισμός», «φιλελευθερισμός» και «σοσιαλισμός» (ή κοινωνική δημοκρατία) ενσάρκωναν αυθεντικά τρεις πραγματικές και σαφείς κοινωνικές επιλογές μονάχα στην εποχή της (άλλωστε σχεδόν παράλληλης) διαμόρφωσής τους. Γιατί μόνο γύρω στο 1848 βρίσκονταν η αριστοκρατία, η αστική τάξη και το προλεταριάτο αντιμέτωποι πάνω στο ίδιο πεδίο μάχης. Το τρίπτυχο αυτό όμως συρρικνώθηκε ήδη στην πορεία του 19ου αιώνα κι έγινε δίπτυχο, επειδή η ήδη εξασθενημένη αριστοκρατία απορροφήθηκε κατά μεγάλο μέρος από τη μεγαλοαστική τάξη, καθώς εγκατέλειψε nolens volens την πατριαρχική της εξουσία στην ύπαιθρο και ενσωματώθηκε σε διάφορους βαθμούς και σε διάφορες μορφές στην καπιταλιστική οικονομική ζωή και στο κοινοβουλευτικό παιγνίδι. Όταν η στατική της societas civilis υποχώρησε μπροστά στη δυναμική του καπιταλισμού, δεν μπορούσε πια να γίνει λόγος για συντηρητισμό με την ανόθευτη έννοια της διαφύλαξης μιας θεόδοτης, αιώνιας και ιεραρχικής τάξης επί της γης. Αν παρ’ όλα αυτά η έννοια του συντηρητισμού παρέμεινε στη ζωή, αυτό το χρωστούσε λιγότερο στη ζωτικότητα των φυσικών της κοινωνικών φορέων και περισσότερο στο πολεμικό μένος των θριαμβευτών αντιπάλων τους. Προ παντός η αριστερά όλων των αποχρώσεων ενδιαφερόταν τώρα ιδεολογικά να παρουσιάσει τον αστικοφιλελεύθερο βασικό της αντίπαλο ως προδότη του ίδιου του του «προοδευτικού» παρελθόντος και ως συνεχιστή των «σκοταδιστικών» και «αντιδραστικών» θέσεων και πράξεων, οι οποίες ακόμα προ ολίγου χαρακτήριζαν τη δραστηριότητα του «φεουδαλικού κόμματος». Στην προοπτική αυτή ο «συντηρητισμός» οριζόταν με κριτήριο την αντίθεση προς την αριστερά, «συντηρητικό» λοιπόν ήταν κάτι στον βαθμό που αντιστρατευόταν τους σκοπούς της αριστεράς, και μάλιστα ανεξάρτητα από το αν αυτό άλλαζε έμπρακτα την κοινωνία: γιατί αν η αριστερά κατείχε εξ ορισμού το μονοπώλιο της προόδου, τότε η αλλαγή της κοινωνίας σε κατεύθυνση αντίθετη προς τις επιθυμίες της αριστεράς δεν μπορούσε να αναγνωρισθεί ως «γνήσια» αλλαγή. Αυτό το σχήμα σκέψης διαμόρφωσε επί δεκαετίες ολόκληρη σχολή, και όχι μόνο στη διεθνή πολιτική.»[4]
Δ.Τ.
Πηγές και παραπομπές
[1] Π. Κουπιτώρης. Λεξικόν Λατινοελληνικόν. Έκδοσις Δευτέρα. Τυπογραφείον «Παλιγγενεσία» Ιω. Αγγελόπουλου. Αθήνησι, 1885.
[2] Ευστράτιος. Δ. Τσακαλώτος. Λεξικόν Λατινοελληνικόν. Εκδ. 4η. Τύποις και αναλώμασι. Π.Δ. Σακελλαρίου. Εν Αθήναις, 1921.
[3] Περιοδικό Λεβιάθαν, 1994. Πρόκειται για μετάφραση αποσπάσματος από το βιβλίο του Παναγιώτη Κονδύλη, Konservativismus (1986).
[4] Το κείμενο είναι απόσπασμα από το βιβλίο Παναγιώτης Κονδύλης. Πλανητική πολιτική μετά τον ψυχρό πόλεμο. Εκδ. Ποντίκι. Αθήνα.
Περισσότερες παροιμίες, παροιμιώδεις φράσεις και γνωμικά μπορείτε να βρείτε στο αρχείο μας ΕΔΩ.
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην ομάδα του facebook Παροιμίες & γνωμικά.
Αν θέλετε να γίνετε μέλη της ομάδας, επισκεφτείτε τη διεύθυνση: https://www.facebook.com/groups/2285257741730850/