Η Αριστερά και η Μεγάλη Ιδέα
Γράφει ο Γιώργος Καραμπελιάς
Το ΣΕΚΕ (ΚΚΕ) τον Απρίλιο του 1920, στο Β΄ Συνέδριό του, θα επιβεβαιώσει τη στροφή προς την Κομμουνιστική Διεθνή, απαλείφοντας από το πρόγραμμα του Κόμματος κάθε αναφορά στην ανάγκη της εθνικής άμυνας. Στο πλαίσιο αυτής της στροφής, το Κόμμα θα συμμετάσχει στις εκλογές του 1920 με συνθήματα κατά της Μικρασιατικής Εκστρατείας, συμμαχώντας με το Λαϊκό Κόμμα.
Εμβληματική υπήρξε η πορεία του Ριζοσπάστη που επανεκδόθηκε από τον Γιάννη Πετσόπουλο στη Θεσσαλονίκη το 1916 ως δισεβδομαδιαίο φύλλο και υπεράσπιζε σθεναρά την Εθνική Άμυνα. ενώ τον Ιούλιο του 1917, μετά την έλευση του Βενιζέλου στην Αθήνα, θα εκδοθεί ως ημερήσια εφημερίδα στην πρωτεύουσα με αρχισυντάκτη τον Νίκο Γιαννιό. Και μόνο μετά τον Ιούνιο του 1920, ο Πετσόπουλος θα παραχωρήσει τον Ριζοσπάστη στο ΣΕΚΕ (ΚΚΕ) ο οποίος έκτοτε θα καταγγέλλει την Ελλάδα ως όργανο του ανταντικού ιμπεριαλισμού.
Οι πατριωτικές απόψεις του Ιθακήσιου Πλάτωνα Δρακούλη, του Πόντιου Γεώργιου Σκληρού, του Σμυρνιού Δημήτρη Γληνού και του Κωνσταντινοπολίτη Νίκου Γιαννιού θα ηττηθούν. Το ΣΕΚΕ (ΚΚΕ) θα υπονομεύσει τη μικρασιατική εκστρατεία ενώ εν συνεχεία θα υιοθετήσει την, βουλγαρικής κοπής, θέση της Κομμουνιστικής Διεθνούς για ανεξάρτητη Μακεδονία-Θράκη.
Επειδή το εργατικό κίνημα στην Ελλάδα θα αποκτήσει πανεθνικές δομές οργάνωσης, συνδικαλιστικές και κομματικές, μετά την μπολσεβίκικη επανάσταση (το ΚΚΕ και η ΓΣΕΕ ιδρύονται το 1918), η ιδεολογία του θα σφραγιστεί από αυτήν σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό από ό,τι σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Εξ αιτίας αυτού του υπερκαθορισμού θα «ξεχαστεί» από τους νεωτέρους το γεγονός πως, μέχρι τότε, η πλειοψηφία των σοσιαλιστών επεδίωκε τον συνδυασμό της κοινωνικής και της εθνικής συνιστώσας, καθώς η Ελλάδα δεν είχε πραγματοποιήσει την εθνική της ολοκλήρωση.
Τα επιχειρήματα του ΚΚΕ
Η «αντι-ιμπεριαλιστική» θέση των Ελλήνων κομμουνιστών ως προς το Μικρασιατικό υπάκουε στα συμφέροντα της Σοβιετικής Ένωσης και τη διεθνιστική ιδεοληψία των νεόκοπων Ελλήνων κομμουνιστών. Ένα από τα βασικά επιχειρήματα που προέτασσαν: το πληθυσμιακό, καθώς στη Μακεδονία, τη Μικρά Ασία και τη Θράκη-Κωνσταντινούπολη, η πληθυσμιακή συγκρότηση ήταν τόσο περίπλοκη, ώστε ήταν πολύ δύσκολη η οποιαδήποτε δημιουργία μονοεθνικού κράτους χωρίς σημαντικές ανταλλαγές πληθυσμών.
Μια «δίκαιη» λύση θα ήταν η Βαλκανική Ομοσπονδία: « Τὸ σημερινὸν Τουρκικὸν κράτος νὰ μεταβληθῇ εἰς μίαν Ὁμοσπονδίαν ἀποτελουμένην ἐξ αὐτονόμων βιλαετίων δημοκρατικῶς ὀργανωμένων ὥστε αἱ ἐθνικότητες τῆς Ἀνατολῆς νὰ λάβουν αὐτόνομον βίον καὶ οὕτῳ νὰ εἰσέλθουν εἰς τὴν Βαλκανικὴν Δημοκρατικὴν Ὁμοσπονδίαν» .
Ωστόσο, οι Έλληνες της οθωμανικής Αυτοκρατορίας είχαν δοκιμάσει επανειλημμένα μια τέτοια λύση. Όμως οι Τούρκοι -μουσουλμανικό έθνος με μακραίωνη ιμπεριαλιστική παράδοση- ήταν αδύνατο να δεχθούν μια συγκυριαρχία με λαούς έως τότε υποτελείς. Η γενοκτονία των Αρμενίων και οι διώξεις κατά των Ελλήνων ήδη από το 1912-13 συνηγορούν για τον χιμαιρικό χαρακτήρα μιας τέτοιας λύσης. Σύμφωνα με τον Αλέξη Αλεξανδρή:
«Αντιμέτωπος με μια άνευ προηγουμένου πολιτική εκτουρκισμού και διώξεων, ο μικρασιατικός ελληνισμός σύντομα συνειδητοποίησε ότι η συμβίωση των χριστιανικών εθνοτήτων της Αυτοκρατορίας με μουσουλμανικούς πληθυσμούς που διακατέχονταν από αυξανόμενο εθνικιστικό-θρησκευτικό φανατισμό ήταν σχεδόν αδύνατη… Για ευνόητους λοιπόν λόγους σύσσωμος ο μικρασιατικός ελληνισμός τάχθηκε υπέρ της εισόδου της Ελλάδας στον πόλεμο, με συμμάχους τη Μεγάλη Βρετανία και τη Γαλλία»
Η μόνη ρεαλιστική λύση ήταν η δημιουργία περισσότερων κρατών στα εδάφη της Μικράς Ασίας: κράτος Αρμενικό, Κουρδικό, Τουρκικό, Ποντιακό, με παράλληλη παραχώρηση μεγάλου μέρους της Δυτικής Μικράς Ασίας, της Ανατολικής Θράκης και της Κωνσταντινούπολης στην Ελλάδα, με αμοιβαίες ανταλλαγές πληθυσμών.
Πόλεμος στον Πόλεμο
Το νεοσύστατο κομμουνιστικό κόμμα θα κάνει όμως ό,τι μπορεί για να υπονομεύσει τη μικρασιατική εκστρατεία – ακόμα και με μια πρόσκαιρη εκλογική συμμαχία με το Λαϊκό Κόμμα. Ο Γιάννης Κορδάτος, μέλος τότε της ηγεσίας του ΚΚΕ, περιγράφει μια προεκλογική συγκέντρωση του κόμματος στο Δημοτικό Θέατρο, τον Οκτώβριο του 1920, που εξελίχθηκε σε διαδήλωση προς το Σύνταγμα και στην οποία υπολογίζεται ότι έλαβαν μέρος 50.000 διαδηλωτές:
«Δὲν ἦταν ὅμως κομμουνιστὲς ὅλοι. Ἦταν ἀντιβενιζελικοί. Φοβόντανε νὰ ὀργανώσουν δική τους διαδήλωση καὶ πῆραν μέρος στὴν κομμουνιστική. Γι’ αὐτὸ ξελαρυγγιάζονταν φωνάζοντας «Κάτω ὁ Βενιζέλος», «Κάτω ὁ πόλεμος»… Μερικὲς μάλιστα κυρίες ἀπ’ τὰ μπαλκόνια τῶν ξενοδοχείων τῆς Πλατείας Συντάγματος «ἔραιναν μὲ ἄνθη» τοὺς διαδηλωτές. Φώναζαν μάλιστα «μπράβο παιδιά. Σφυρὶ δρεπάνι». Φυσικὰ ἦταν φανατικὲς βασιλικές».
Παράλληλα, στο Μέτωπο, το ΚΚΕ, αλλά και άλλες κομμουνιστικές ομάδες, παρά τις μικρές τους δυνάμεις, έκαναν ό,τι μπορούσαν για να υπονομεύσουν την «ιμπεριαλιστική» εκστρατεία. Ιδιαίτερα δραστήριοι ήταν στα τηλεγραφεία και τους σιδηροδρόμους, διαδίδοντας μπροσούρες και φυλλάδια σε όλο το μέτωπο.
Ο Παντελής Πουλιόπουλος -μετέπειτα γραμματέας του ΚΚΕ- κατείχε καίρια θέση ως λοχίας στην τηλεγραφική υπηρεσία και η ομάδα του είχε ως έδρα τη Σμύρνη, όπου εξέδιδε τον Κόκκινο Φρουρό. Σε προκήρυξη που κυκλοφόρησε κατά την 1η Ιανουαρίου 1921 γράφει: «…Γι’ αὐτό, μεγάλοι κυβερνῆτες, εἴμαστε πραγματικοὶ ἡρωικοὶ στρατιῶτες τῆς ἀνθρωπότητας κι ὄχι τῆς πατρίδας σας. Ζήτω ἡ ἐπανάσταση!»
Η αντιπολεμική τοποθέτηση δεν περιορίστηκε βέβαια στον «τροτσκιστή» Πουλιόπουλο. Ο Ριζοσπάστης, στο φύλλο της 11ης Ιουλίου του 1935, δημοσίευσε ένα άρθρο του Μικρασιάτη καθηγητή φιλοσοφίας Χαράλαμπου Θεοδωρίδη ο οποίος έγραφε: «βρεθήκαμε ἐμεῖς μὲ τίς ἀφάνταστές μας σαχλαμάρες νὰ δώσουμε καινούργια ζωὴ στὴν πεθαμένη Τουρκία. Ἡ παραδειγματικὴ νίκη ποὺ μόνο ἐμεῖς εἴμαστε ἱκανοὶ νὰ χαρίσουμε στὸν ἐχθρό μας…» Ο Ανατολικοθρακιώτης ΓΓ του ΚΚΕ, Νίκος Ζαχαριάδης, την επομένη, 12η Ιουλίου, σε πρωτοσέλιδο άρθρο υπό τον τίτλο «Μια επιφύλαξη», απάντησε ως εξής στον «πολίτη Θεοδωρίδη»:
Ἄν δὲν νικιόμασταν στὴ Mικρασία, ἡ Τουρκία θὰ ἦταν σήμερα πεθαμένη καὶ μεῖς μεγάλη Ἑλλάδα!! Τὴ «λευτεριά» μας θὰ τὴ στηρίζαμε στὴν ὑποδούλωση τοῦ Τουρκικοῦ λαοῦ! … Ἡ ἀστικοτσιφλικάδικη Ἑλλάδα στὴ Μικρασία πῆγε… γιὰ νὰ διαιωνίσει τὴν ξενικὴ κυριαρχία… μὰ καὶ νὰ κάνει τὴν Τουρκία ἀντισοβιετικὸ ὁρμητήριο… Γι’ αὐτὸ ἐμεῖς ὄχι μόνο δὲν λυπηθήκαμε γιὰ τὴν ἀστικο-τσιφλικάδικη ἧττα στὴ Μικρασία ΜΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΠΙΔΙΩΞΑΜΕ…».
Τόσο ισχυρή υπήρξε η φιλοκεμαλική και «αντιμεγαλοϊδεατική» προκατάληψη που αυτή η Αριστερά έχει ενσταλάξει σε γενιές Ελλήνων, και όχι μόνο αριστερής ιδεολογίας, ώστε πολύ αργά και βασανιστικά απαλλάσσονται από το νεκρό έρμα μιας παραμορφωτικής ιδεολογίας.
Η υπέρβαση του ψευδοδιλήμματος για τα ελληνικά δεδομένα, Αριστερά ή Δεξιά και η αντικατάστασή του με το αυθεντικό δίλημμα ανεξαρτησία ή υποταγή, θα θραύσει σταδιακώς τα ιδεολογικά και πολιτικά στεγανά των αντιπάλων παραδόσεων του ελληνικού χώρου. Άνθρωποι προερχόμενοι από την Αριστερά, τη Δεξιά, το βενιζελικό Κέντρο θα συγκροτήσουν ΄έναν νέο ιδεολογικό χώρο που προτάσσει την πατριωτική διάσταση έναντι όλων των άλλων.
Και όμως η μόνη Επανάσταση την οποία αναζητούν δήθεν εναγωνίως οι Έλληνες διεθνιστές ήταν ακριβώς αυτή την οποία καταδίκασαν και ενάντια στην οποία στράφηκαν, συμμαχώντας με τις λοιπές αντεπαναστατικές δυνάμεις του Κωνσταντινισμού υπακούοντας στα κελεύσματα της Σοβιετικής Ρωσίας, συμμάχου του Κεμάλ. Η Ελλάδα ακριβώς γιατί το κεντρικό ζήτημα ήταν πάντα η εθνική ολοκλήρωση και η εθνική της αυτεξουσιότητα μόνο μια εθνικοαπελευθερωτική Επανάσταση μπορούσε να πραγματοποιήσει όπως συνέβη και κατά την περίοδο 1909-1922. Όσοι αντίθετα όπως η κομμουνιστική Αριστερά στην Ελλάδα αρνούνταν αυτή την υπαρκτή επανάσταση ονειρευόμενοι μια ανύπαρκτη κατέληξαν στο στρατόπεδο της υπαρκτής αντεπανάστασης.
Απόσπασμα από το νέο βιβλίο του Γιώργου Καραμπελιά, 1909-1922, Επανάσταση και Αντεπανάσταση στην Ελλάδα που κυκλοφορεί από τις Εναλλακτικές Εκδόσεις.