Τα «δώδεκα» Ευαγγέλια της Μεγάλης Πέμπτης
Γράφει ο Κώστας Ι. Παλπάνης
Η Παλαιά και Καινή (νέα) Διαθήκη (συμφωνία) ονομάζονται μαζί Αγία Γραφή ή «Βίβλος». Το θέμα τους είναι κοινό. Μιλούν για τις ενέργειες της αγάπης του Θεού για χάρη των ανθρώπων. Στην Π. Διαθήκη βρίσκουμε στοιχεία που προαναγγέλουν τον ερχομό του Χριστού. Η Κ. Διαθήκη πληροφορεί για τη ζωή και το έργο του Χριστού καθώς και για τη διάδοση του Ευαγγελίου. Η Κ. Διαθήκη αποτελείται από 27 βιβλία: Δηλαδή από τα 4 Ευαγγέλια, τις Πράξεις των Αποστόλων, τις 14 Επιστολές του Αποστόλου Παύλου, τις 7 επιστολές που έγραψαν άλλοι Απόστολοι και την Αποκάλυψη του Ιωάννου, το μόνο βιβλίο που δεν «διαβάζεται» στους ναούς. Την Κ. Διαθήκη την ονομάζουμε και «Ευαγγέλιο».
Η λέξη «Ευαγγέλιο» (καλή αγγελία, καλή είδηση) έχει διπλή σημασία. Σημαίνει: το χαρμόσυνο μήνυμα που κήρυξε στον κόσμο ο Χριστός αλλά και το βιβλίο που μας πληροφορεί γι’ Αυτόν.
Από τον ίδιο το Χριστό δε διασώθηκε τίποτα γραπτώς. Οι μαθητές του, καθώς και οι αυτήκοοι και αυτόπτες μάρτυρες, διέσωσαν πληροφορίες και εμπειρίες, λόγια και διδασκαλίες Του. Όλ’ αυτά αποτέλεσαν την προφορική παράδοση. Μέχρι το 51μ.Χ, που γράφτηκε το πρώτο βιβλίο της Κ. Διαθήκης, η πρώτη επιστολή του αποστόλου Παύλου προς Θεσσαλονικείς, δεν έχουμε κανένα γραπτό κείμενο για τη ζωή και το έργο του Χριστού. Οι προφορικές παραδόσεις καταγράφηκαν σε μικρά γραπτά κείμενα και αποτέλεσαν υλικό για τα βιβλία της Καινής Διαθήκης. Ειδικότερα τα Ευαγγέλια γράφτηκαν από το 65 μ.Χ. έως το 90 μ.Χ. Εκείνος που πρώτος επιχείρησε να συνθέσει όλες τις προφορικές και γραπτές παραδόσεις σ’ ένα βιβλίο ήταν ο Μάρκος, μαθητής του Αποστόλου Πέτρου. Είναι το πιο σύντομο από τα τέσσερα Ευαγγέλια και τονίζει κυρίως «τα πραχθέντα» του Ιησού. Λίγα χρόνια αργότερα, γύρω στο 70-80μ.Χ, ο μαθητής του Χριστού Ματθαίος γράφει το δικό του ευαγγέλιο τονίζοντας ότι ο Ιησούς είναι ο αναμενόμενος Μεσσίας. Μια δεκαετία αργότερα, ο Λουκάς, μαθητής του Αποστόλου Παύλου γράφει και αυτός ευαγγέλιο. Γιατρός ων, παρουσιάζει τα ιστορικά γεγονότα πιο συγκεκριμένα. Το κατά Λουκάν ευαγγέλιο είναι το εκτενέστερο όλων. Παρουσιάζει τον Χριστό ως Σωτήρα και φίλο όλων των ανθρώπων, ιδιαιτέρως όσων «χρείαν έχουσιν». Τέλος, ο αγαπημένος μαθητής του Χριστού, Ιωάννης, γράφει και αυτός το Ευαγγέλιό του γύρω στο 90-100 μ.Χ. Γνώστης των τριών άλλων ευαγγελίων, δεν τα ξαναδιηγείται. Προσθέτει άγνωστες λεπτομέρειες εμβαθύνοντας στα γεγονότα. Παραθέτει λόγους και συζητήσεις του Ιησού. Τονίζει με έμφαση την «καινήν εντολήν» της αγάπης που πρέπει να εκδηλώνεται έμπρακτα. Είναι το «πασχαλινό ευαγγέλιο», αφού η ανάγνωσή του στους ναούς αρχίζει την Διακαινήσιμο εβδομάδα.
Και τα τέσσερα Ευαγγέλια δεν είναι ημερολόγια, ρεπορτάζ ή πλήρεις βιογραφίες για τη ζωή και το έργο του Χριστού. Περιέχουν ιστορικά στοιχεία για το ποιος ήταν και τι έπραξε ο Ιησούς, αλλά και στοιχεία για την πίστη και την ζωή των μαθητών Του. Το μεγαλύτερο όμως μέρος της έκτασης και των τεσσάρων Ευαγγελίων καλύπτουν οι διηγήσεις για τα Πάθη και τις εμφανίσεις Του μετά την Ανάσταση.
Από τα πολύ παλιά χρόνια, η χριστιανική τέχνη συνέδεσε συμβολικά τους τέσσερις Ευαγγελιστές με 4 μορφές-σύμβολα. Έτσι παριστάνονται: Ο Ματθαίος σαν άγγελος ή σαν άνθρωπος, γιατί αρχίζει το ευαγγέλιό του με το χαρμόσυνο μήνυμα του αγγέλου για τη γέννηση του Χριστού. Ο Μάρκος σαν λιοντάρι, γιατί αρχίζει το ευαγγέλιό του με την δυναμική παρουσία του Ιωάννη Προδρόμου στην έρημο. Ο Λουκάς σαν μοσχάρι, γιατί στο πρώτο κεφάλαιο διηγείται τη θυσία του μόσχου στο Ναό από τον ιερέα Ζαχαρία. Ο Ιωάννης σαν αετός για το υψηλό περιεχόμενο των πρώτων στίχων του ευαγγελίου του, που παρομοιάζεται με το πέταγμα του αετού.
Στα σφαιρικά τρίγωνα, στις κολώνες που στηρίζεται ο τρούλος των ναών, αγιογραφούνται ανά δύο οι Ευαγγελιστές με τα σύμβολά τους. Στην Τρανή Εκκλησιά του χωριού μας, μπορούμε να δούμε τις παραστάσεις των Ευαγγελιστών με τα σύμβολά τους, στα κιονόκρανα απ’ τις κολώνες πριν το τέμπλο . Όπως οι κολώνες στηρίζουν τον ναό, έτσι και οι Ευαγγελιστές στηρίζουν την Εκκλησία, ως αιώνια παρουσία του Χριστού στον κόσμο.
Σε κάθε Μυστήριο και Ακολουθία της Εκκλησίας, διαβάζονται «κομμάτια», μικρά κείμενα της Καινής Διαθήκης που λέγονται περικοπές ή αναγνώσματα. Όταν είναι τμήματα από τα τέσσερα Ευαγγέλια, λέγονται ευαγγελικές περικοπές ή ευαγγελικά αναγνώσματα. Όταν είναι από τις επιστολές των Αποστόλων, λέγονται αποστολικές περικοπές ή αποστολικά αναγνώσματα.
Σε κάθε ναό υπάρχει ένα βιβλίο που περιέχει όλες τις περικοπές των τεσσάρων Ευαγγελίων, που διαβάζονται στη θεία Λειτουργία και στις λατρευτικές Ακολουθίες. Αυτό λέγεται: Το Ευαγγέλιο. Είναι τοποθετημένο πάντα στο κέντρο της Αγίας Τράπεζας. Έχει καλλιτεχνικό κάλυμμα και στις δυο όψεις του εικονίζεται η Σταύρωση και η Ανάσταση.
Τοποθετείται με τη Σταύρωση να είναι ορατή, από την απόλυση της Κυριακάτικης λειτουργίας, μέχρι τον εσπερινό του Σαββάτου, που πλέον τοποθετείται με ορατή την Ανάσταση. Πριν την ανάγνωση του Ευαγγελίου, αυτό μεταφέρεται δια μέσου του ναού από τον διάκονο, με ορατή στο εκκλησίασμα την Ανάσταση, στον άμβωνα για ανάγνωση. Η περιφορά του Ευαγγελίου ονομάζεται Μικρή Είσοδος και αποτυπώνει την δημόσια εμφάνιση του Χριστού στον κόσμο για διδασκαλία. Όταν δεν παρίσταται διάκονος, η ανάγνωση του Ευαγγελίου είναι αποκλειστικό προνόμιο του ιερέα, από την Ωραία Πύλη. Υπάρχει κι ένα άλλο βιβλίο, με περικοπές από τις επιστολές των Αποστόλων, και λέγεται: Ο «Απόστολος». Σε κάθε θεία Λειτουργία ή ακολουθία ή μυστήριο αναγιγνώσκονται δυο περικοπές. Προηγείται η Αποστολική ή Απόστολος από κάποιον λαϊκό, τον αναγνώστη ή τον ψάλτη, και ακολουθεί η ευαγγελική περικοπή ή Ευαγγέλιο από κληρικό, εκτός από τον χειροτονημένο στον τρίτο βαθμό ιερωσύνης.
Δύο μόνον ημέρες του χρόνου ακούμε περισσότερες από μια περικοπές. Συγκεκριμένα, την Μεγάλη Τετάρτη, όταν τελείται κατά Κανόνα το μυστήριο του Ευχελαίου, ακούμε επτά αποστολικές και επτά ευαγγελικές περικοπές εναλλάξ. Το βράδυ της Μεγάλης Πέμπτης, ακούμε δώδεκα ευαγγελικές περικοπές, δηλαδή τρεις περικοπές από κάθε ένα από τα τέσσερα ευαγγέλια, που αναφέρονται στα Πάθη του Χριστού.
Αυτές οι δώδεκα περικοπές ονομάζονται από τους πιστούς «δώδεκα ευαγγέλια». Ανάμεσα στην ανάγνωση της πέμπτης και της έκτης περικοπής, μεταφέρεται ο Εσταυρωμένος στο κέντρο του ναού. «Κατεβάζουν το Χριστό», λένε οι γονείς μας.
Σε λίγες ώρες στους ναούς θα βιώσουμε σε κλίμα θλίψης και αγωνίας -από την «περιρρέουσα ατμόσφαιρα»- αλλά και κατάνυξης μέσα από τα δώδεκα ευαγγελικά αναγνώσματα την πορεία του Χριστού προς το Γολγοθά. Θα βρεθούμε με αγαπημένα μας πρόσωπα και συνανθρώπους που πρέπει να γίνουν γνωστοί και φίλοι μας. Ο καθένας μας θα συνειδητοποιήσει πως ο «σταυρός» των θλίψεων που κουβαλά ο κάθε συνάνθρωπός μας είναι βαρύτερος από τους δικούς μας. Ακόμα και ο Θεάνθρωπος δάκρυσε και λύγισε μπροστά στην αρρώστια, την αχαριστία και τον θάνατο. Χρειάστηκε ένα κοινόν θνητό, τον Σίμωνα τον Κυρηναίο, για να τον βοηθήσει κουβαλώντας τον ζωοποιό Σταυρό του Χριστού.
Ας γίνουμε συνοδοιπόροι ζωής, «αλλήλων τα βάρη βαστάζοντες». Αν δεν μπορούμε να τους «ξελαφρώσουμε» έστω και για λίγο, ας μην τους φορτώνουμε τα λάθη και τα πάθη μας, ποτίζοντάς τους «όξος και χολή» με την προδοσία, την εγκατάλειψη, τους «εμπτυσμούς» και τις προσβολές, σταυρώνοντάς τους με τα καρφιά της κακίας και το αγκάθινο στεφάνι της αλαζονείας μας.
Χρόνια πολλά σταυραναστάσιμα. Όσο μεγαλύτερος και βαρύτερος είναι ο σταυρός σας, τόσο μεγαλύτερη και μόνιμη να είναι η Ανάστασή σας. Ας συσσταυρωθούμε με το Χριστό, για να ζήσουμε πραγματικό Πάσχα, ως πέρασμα και διάβαση στην όντως ζωή.
Ο Κώστας Ι. Παλπάνης είναι Θεολόγος.