3 Μαΐου 2017 at 23:24

Τζακ Λόντον – Πώς έγινα σοσιαλιστής

από

Τζακ Λόντον – Πώς έγινα σοσιαλιστής

Πώς έγινα σοσιαλιστής

του Τζακ Λόντον

Πρέπει να παραδεχτώ ότι έγινα σοσιαλιστής κατά τρόπο παρόμοιο μ’ εκείνον με τον οποίο έγιναν χριστιανοί οι τεύτονες παγανιστές: μου επιβλήθηκε εκ των πραγμάτων. Την εποχή που μεταστράφηκα, όχι μόνο δεν προσέβλεπα στον σοσιαλισμό, αλλά τον αντιμαχόμουν. Ήμουν πολύ νέος και ανώριμος, δεν ήξερα σχεδόν τίποτε, και μολονότι ούτε ακουστά είχα τη σχολή που επονομαζόταν «ατομικισμός», τραγουδούσα τον παιάνα των δυνατών με όλη μου την καρδιά.

Κι αυτό επειδή ήμουν εγώ δυνατός. Με το δυνατός εννοώ ότι είχα καλή υγεία και γερούς μυς, πλεονεκτήματα που είναι φανερό με ποιον τρόπο είχαν αποκτηθεί. Είχα ζήσει τα παιδικά μου χρόνια σε ράντσα της Καλιφόρνιας, μικρό αγόρι πουλούσα εφημερίδες στους δρόμους μιας ευημερούσας δυτικής πόλης και στα νιάτα μου επιδιδόμουν σε μικροκομπίνες στα κρυστάλλινα νερά του Κόλπου του Σαν Φρανσίσκο και του Ειρηνικού Ωκεανού. Μου άρεσε η ζωή χωρίς περιορισμούς και ήμουν ικανός να μοχθώ σαν σκλάβος, κάνοντας τις πιο σκληρές δουλειές. Δεν ήξερα καμιά τέχνη, αλλά μεταπηδούσα εύκολα από επάγγελμα σε επάγγελμα. Ατένιζα τον απέραντο κόσμο και τον έβρισκα καλό, απ’ άκρη σ’ άκρη. Θα το επαναλάβω: αυτή η αισιοδοξία οφειλόταν στο ότι ήμουν υγιής και δυνατός, δεν με βασάνιζαν πόνοι ή αρρώστιες, κανένα αφεντικό δεν με είχε απορρίψει λόγω κακής σωματικής κατάστασης και πάντα έβρισκα κάποια απασχόληση, είτε στο φτυάρισμα του κάρβουνου, είτε σαν ναύτης, είτε σε άλλες χειρωνακτικές δουλειές.

Χάρη σ’ όλα αυτά, στα νιάτα μου πετούσα στα σύννεφα. Όντας ικανός να τα βγάζω πέρα μόνος μου στη δουλειά ή στους καβγάδες, είχα γίνει ένας ασυγκράτητος ατομικιστής. Ήταν φυσικό. Ήμουν πάντα νικητής. Κι αυτό γιατί θεωρούσα το παιχνίδι, όπως το έβλεπα να παίζεται, ή όπως νόμιζα ότι το έβλεπα να παίζεται, ένα παιχνίδι εντελώς κατάλληλο για ΑΝΤΡΕΣ. Το να είσαι ΑΝΤΡΑΣ σήμαινε για μένα το να είναι χαραγμένη με κεφαλαία γράμματα πάνω στην καρδιά σου η λέξη άντρας. Να ριψοκινδυνεύεις σαν άντρας, να αγωνίζεσαι σαν άντρας, να κάνεις τη δουλειά ενός άντρα (έστω και με τον μισθό ενός παιδιού) – όλα αυτά με άγγιζαν βαθιά και με συνάρπαζαν όσο τίποτ’ άλλο. Και ονειροπολώντας φανταζόμουν ένα ομιχλώδες και άπειρο μέλλον, όπου θα έπαιζα ό,τι θεωρούσα πως είναι το παιχνίδι ενός ΑΝΤΡΑ, θα συνέχιζα να ταξιδεύω με ανεξάντλητα καλή υγεία, χωρίς ατυχήματα, και με μυς αέναα ρωμαλέους. Όπως είπα, αυτό το μέλλον ήταν άπειρο. Το μόνο που μπορούσα να δω ήταν τον εαυτό μου να διασχίζει γεμάτος ενθουσιασμό μια ζωή χωρίς τέλος, σαν ένα από εκείνα τα ΞΑΝΘΑ ΚΤΗΝΗ του Νίτσε, ηδονικά περιπλανώμενος, ένας καταχτητής των πάντων χάρη στην απόλυτη υπεροχή και δύναμή μου.

Όσο για τους άτυχους, τους άρρωστους, τους βασανισμένους, τους γέροντες, τους σακατεμένους, πρέπει να ομολογήσω πως ούτε που τους σκεφτόμουν- απλώς αόριστα ένιωθα ότι, αν δεν τους τύχαινε κάποιο ατύχημα, θα μπορούσαν, αν ήθελαν στ’ αλήθεια να μοχθήσουν, να είναι εξίσου καλοί με μένα· ότι θα μπορούσαν να δουλέψουν κι αυτοί το ίδιο σκληρά όπως κι εγώ. Όσο για τα ατυχήματα, αυτά αντιπροσώπευαν τη ΜΟΙΡΑ, μια λέξη επίσης γραμμένη με κεφαλαία, κι από τη ΜΟΙΡΑ δεν μπορούσες να ξεφύγεις. Ο Ναπολέων είχε ένα ατύχημα στο Βατερλώ, όμως αυτό δεν μετρίαζε την επιθυμία μου να γίνω ένας νέος, όψιμος Ναπολέων. Επιπλέον, η αισιοδοξία μου, που τρεφόταν από ένα στομάχι ικανό να χωνέψει παλιοσίδερα κι ένα κορμί που άνθιζε με τις κακουχίες, δεν μου επέτρεπε να συνδέσω την έστω και αμυδρή πιθανότητα ενός ατυχήματος με τη λαμπρή προσωπικότητά μου.

Ελπίζω να ξεκαθάρισα πως αισθανόμουν περήφανος που συγκαταλεγόμουν ανάμεσα στους προικισμένους από τη φύση αρίστους. Η αξιοπρέπεια της εργασίας αποτελούσε για μένα το πιο εντυπωσιακό πράγμα στον κόσμο. Χωρίς να έχω διαβάσει τον Καρλάιλ ή τον Κίπλινγκ, είχα επινοήσει ένα ευαγγέλιο του μόχθου που ξεπερνούσε και σκίαζε τα δικά τους. Η δουλειά ήταν το παν. Ήταν καθαγιασμός και σωτηρία. Δεν μπορείτε να διανοηθείτε πόση περηφάνια ένιωθα μετά από μια μέρα σκληρής και αποτελεσματικής δουλειάς· ούτε εγώ μπορώ καλά-καλά να τη διανοηθώ, τώρα που ανατρέχω στα αισθήματα εκείνης της εποχής. Ήμουν ο πιο πιστός μισθωτός σκλάβος που είχε ποτέ εκμεταλλευτεί καπιταλιστής. Το να αποφύγω κάποιο θέλημα ή να κάνω τον άρρωστο ήταν μέγιστο αμάρτημα, πρώτα ενάντια στον εαυτό μου και μετά ενάντια στον άνθρωπο που πλήρωνε τον μισθό μου. Το έβλεπα σαν έγκλημα και το κατέτασσα δεύτερο μετά την προδοσία, θεωρώντας το εξίσου βαρύ.

Με δυο λόγια, ο χαρούμενος ατομικισμός μου κυριαρχείτο από την ορθόδοξη αστική ηθική. Διάβαζα τις αστικές εφημερίδες, άκουγα τους αστούς ιεροκήρυκες και επευφημούσα τις ηχηρές κοινοτοπίες των αστών πολιτικών. Και δεν αμφιβάλλω ότι, αν απρόβλεπτα περιστατικά δεν είχαν αλλάξει την πορεία μου, θα είχα εξελιχθεί σε επαγγελματία απεργοσπάστη (έναν από τους Αμερικανούς ήρωες του προέδρου Έλιοτ), και το κεφάλι και το κορμί με το οποίο έβγαζα το ψωμί μου πιθανότατα θα γίνονταν λιώμα από το ρόπαλο κάποιου μαχητικού συνδικαλιστή.

Εκείνη ακριβώς την εποχή, επιστρέφοντας από ένα επτάμηνο ταξίδι στη θάλασσα, και έχοντας μόλις κλείσει τα δεκαοκτώ, μου καρφώθηκε στο μυαλό να πάρω τους δρόμους. Μ’ ένα μπαστούνι κι ένα δισάκι ταξίδεψα από την απέραντη Δύση, όπου οι άντρες ορμούσαν με το κεφάλι στη ζωή και η δουλειά αναζητούσε τον άντρα, ως τα συνωστισμένα εργατικά κέντρα της Ανατολής, όπου οι άντρες λογίζονταν αμελητέες ποσότητες και αναζητούσαν απελπισμένα τη δουλειά. Σ’ αυτήν την καινούργια περιπέτεια του ΞΑΝΘΟΥ ΚΤΗΝΟΥΣ ανακάλυψα ότι αντίκριζα πλέον τη ζωή από μια νέα και εντελώς διαφορετική σκοπιά. Είχα εκπέσει από το προλεταριάτο στην τάξη που οι κοινωνιολόγοι αρέσκονται να αποκαλούν «το αποκλεισμένο ένα δέκατο της κοινωνίας» και αιφνιδιάστηκα διαπιστώνοντας με ποιον τρόπο επανδρωνόταν αυτό το ένα δέκατο.

Συνάντησα εκεί άντρες κάθε λογής, πολλοί από τους οποίους ήταν εξίσου καλοί με μένα, αλλοτινά ΞΑΝΘΑ ΚΤΗΝΗ – ναυτικούς, στρατιώτες, εργάτες, όλους ρημαγμένους, παραμορφωμένους, διαλυμένους από τον κάματο, τις κακουχίες, τα ατυχήματα, που τα αφεντικά τους τούς είχαν παραπετάξει σαν γέρικα παλιάλογα. Σύρθηκα πλάι τους στα πεζοδρόμια, χτύπησα μάταια ξένες πόρτες, τουρτούρισα μαζί τους σε έρημα βαγόνια και παγκάκια πάρκων, ακούγοντας ιστορίες από τη ζωή τους που άρχιζαν με προοπτικές λαμπρές όπως και οι δικές μου, με σωματική κατάσταση και αντοχές ίδιες και καλύτερες από τις δικές μου, και κατέληγαν εκεί, μπροστά στα μάτια μου, στον θλιβερό πάτο του Κοινωνικού Βάραθρου.

Και καθώς τους άκουγα, το μυαλό μου άρχισε να δουλεύει. Η γυναίκα του δρόμου και ο άντρας του περιθωρίου βρίσκονταν πολύ κοντά μου. Η εικόνα του Κοινωνικού Βάραθρου σχηματίστηκε ολοζώντανη μπροστά μου, σαν να ήταν κάτι χειροπιαστό· και τους είδα στα έγκατα του Βάραθρου· και είδα και μένα, λίγο πιο πάνω απ’ αυτούς, όχι πολύ ψηλότερα, γαντζωμένο στα γλιστερά του τοιχώματα, να κρατιέμαι μονάχα χάρη στη δύναμη και τον ιδρώτα μου. Και ομολογώ πως με κατέλαβε φρίκη. Κι αν η δύναμή μου εξασθενούσε; Τι θα γινόταν όταν δεν θα ήμουνα πια σε θέση να δουλέψω δίπλα σε άντρες δυνατούς που σήμερα ήταν ακόμα αγέννητοι; Και τότε πήρα έναν μεγάλο όρκο, που πήγαινε κάπως έτσι: Όλη μου τη ζωή δούλεψα σκληρά με το κορμί μου και παρά τις μέρες που έχω δουλέψει βρίσκομαι πιο κοντά στον πάτο του βαράθρου. Θα αναρριχηθώ έξω απ’ το βάραθρο, αλλά όχι με τους μυς του κορμιού μου. Δεν θα ξανακοπιάσω σε σκληρές δουλειές. Να με κάψει ο θεός αν ξαναδουλέψω σκληρά έστω και μία μέρα με το κορμί μου, έκτος κι αν είμαι απόλυτα αναγκασμένος να το κάνω. Και από τότε βάλθηκα να αποφεύγω με κάθε τρόπο τη σκληρή δουλειά.

Συμπτωματικά, ενώ είχα διανύσει αλητευόντας κάπου δέκα χιλιάδες μίλια στις Ηνωμένες Πολιτείες και τον Καναδά, ξεστράτισα προς τους Καταρράκτες του Νιαγάρα κι εκεί με συνέλαβε ένα όργανο της τάξης που απέβλεπε σε χρηματική αμοιβή, μου αρνήθηκε το δικαίωμα να υπερασπιστώ τον εαυτό μου, με καταδίκασε αβασάνιστα σε τριάντα ημέρες φυλάκιση επειδή δεν είχα συγκεκριμένο τόπο κατοικίας και φανερά μέσα διαβίωσης, μου φόρεσε χειροπέδες και με πέταξε αλυσοδεμένο πλάι σ’ ένα σωρό από άντρες στην ίδια με μένα κατάσταση· ύστερα μεταφέρθηκα στο Μπάφαλο, παρουσιάστηκα στο Σωφρονιστήριο της Κομητείας Έιρι, μου κούρεψαν το κεφάλι με την ψιλή και μου ξύρισαν το μόλις φυτρωμένο μουστάκι μου, μου φόρεσαν τη ριγέ στολή των καταδίκων, εμβολιάστηκα υποχρεωτικά από έναν φοιτητή ιατρικής που έκανε την πρακτική του εξάσκηση πάνω σε ανθρώπους σαν και μας, εξαναγκάστηκα να βαδίζω εφ’ ενός ζυγού με την μπάλα στο πόδι και να δουλεύω κάτω από το άγρυπνο βλέμμα φρουρών οπλισμένων με καραμπίνες Γουίντσεστερ – κι όλα αυτά επειδή αναζήτησα την περιπέτεια με τον τρόπο των ΞΑΝΘΩΝ ΚΤΗΝΩΝ.

Περαιτέρω λεπτομέρειες ο συντάκτης αυτής της μαρτυρίας δεν θα εξιστορήσει, αν και θα ήθελε να υπαινιχθεί ότι ένα μέρος του πληθωρικού εθνικού πατριωτισμού του καταλάγιασε και αποβλήθηκε από τα βάθη της ψυχής του -ωστόσο, θα ήθελε τουλάχιστον να υπογραμμίσει ότι μετά απ’ αυτήν την εμπειρία διαπίστωσε ότι ενδιαφέρεται περισσότερο για τους άντρες, τις γυναίκες και τα μικρά παιδιά απ’ ό,τι για φανταστικές γεωγραφικές διαχωριστικές γραμμές.

Για να επιστρέφω στη μεταστροφή μου, νομίζω ότι είναι φανερό πως ο ασυγκράτητος ατομικισμός μου εγκαταλείφθηκε μετά από ενδελεχή σκέψη και κάτι άλλο πήρε τη θέση του και μου επιβλήθηκε αποτελεσματικά. Ωστόσο, όπως ακριβώς είχα υπάρξει ατομικιστής χωρίς να το γνωρίζω, τώρα είχα γίνει σοσιαλιστής χωρίς να το γνωρίζω επίσης, δηλαδή δεν είχα σχέση με τον επιστημονικό σοσιαλισμό. Είχα αναγεννηθεί αλλά δεν είχα μετονομαστεί, και περιφερόμουν αναζητώντας τι σόι πράγμα ήμουν. Ξαναγύρισα στην Καλιφόρνια και άνοιξα τα βιβλία. Δεν θυμάμαι ποια άνοιξα πρώτα. Έτσι κι αλλιώς, πρόκειται για ασήμαντη λεπτομέρεια. Ήμουν ήδη Αυτό, ό,τι κι αν ήταν Αυτό- και με τη βοήθεια των βιβλίων ανακάλυψα ότι Αυτό ήταν σοσιαλιστής. Έκτοτε έχω ανοίξει πολλά βιβλία, αλλά κανένα οικονομικό επιχείρημα, καμιά διαυγής τεκμηρίωση της λογικής και της αναπόδραστης νομοτέλειας του σοσιαλισμού δεν με έχουν επηρεάσει τόσο βαθιά και πειστικά όσο με επηρέασε εκείνη η πρώτη μέρα που είδα τα τοιχώματα του Κοινωνικού Βάραθρου να υψώνονται γύρω μου και ένιωσα να γλιστράω κάτω, βαθιά, στα έγκατα του Πάτου.

Μετάφραση: Κατερίνα Σχινά

(Εμφανιστηκε 636 φορές, 1 εμφανίσεις σήμερα)

Δείτε ακόμη:

Κάντε ένα σχόλιο

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.