Ετικέτα: Αργύρης Εφταλιώτης

Ηρώδης ο Αττικός

Ηρώδης ο Αττικός

Οι Ρωμαίοι, κι όσοι τους ακόμα είταν τυραννικοί προς τους Έλληνες, σπάνια τους φέρθηκαν καθώς θα φερνόντανε σε βάρβαρο έθνος που δεν έννοιωσε και λαμπρότερες μέρες. Την είδαμε την πολιτική τους. Είτανε για τους καιρούς εκείνους φωτισμένη πολιτική. Θα πήτε, ό,τι έκρυβε μέσα του το σιγανό κι αλάθευτο φαρμάκι που θανατώνει τα έθνη, μας τόδιναν. Τη φαρμάκωναν την Ελλάδα χωρίς οι πιώτεροι να το θέλουν, φαρμακώνουνταν κ’ η Ελλάδα χωρίς να το νοιώθη.

Διαβάστε περισσότερα ›
«Περί ορέξεως ουδείς λόγος.»

«Περί ορέξεως ουδείς λόγος.»

«Τέτοιος εγώ στον πόλεμο· δε μ’ άρεζαν χωράφια / και σπιτικά, που συνηθούν λαμπρά παιδιά να θρέφουν, / μόνε όλο πλοία με τα κουπιά λαχτάραγε η καρδιά μου, / πολέμους και καλόξεστα κοντάρια και σαγίτες, / κακά, που φόβο σε αλλονούς κι ανατριχίλα δίνουν. / Μα πάλε, τα όσα μού ‘βαζε ο θεός στο νου αγαπούσα· / τι άλλα ο ένας κυνηγάει, κι άλλα ζητάει ο άλλος.»

Διαβάστε περισσότερα ›
Η Πηνελόπη και οι μνηστήρες από τον John William Waterhouse το 1912.

Ομήρου Οδύσσεια. Ραψωδία σ’

Απ’ όσα ζούν και σέρνουνται πάνω στη γης, κανένα / απ’ το θνητό πιο αδύναμο δε βρίσκεται άλλο πλάσμα. / όσο βαστιέται κι οι θεοί καλοτυχιά του δίνουν, / θαρρεί πως δεν μπορεί κακό στον κόσμο πια να πάθη• / αν όμως οι μακαριστοί θεοί του φέρουν λύπες, / τότες κι αθέλητα μπορεί και τις βαστάει η καρδιά του.

Διαβάστε περισσότερα ›
Η Ελένη αναγνωρίζει τον Τηλέμαχο. Jean-Jacques Lagrenée (18 September 1739 in Paris – 13 February 1821 in Paris)

Ομήρου Οδύσσεια. Ραψωδία ρ’

Ένας αχρείος τον άλλονε μα την αλήθεια σέρνει / κι έτσι παντοτινά ο θεός όμοιο στον όμοιον φέρνει. / Πού τάχα, ω βρώμικε βοσκέ, τον πάς αυτόν τον χάφτη / τον παλιοζήτου-λα, μωρέ, των τραπεζιών τη λώβα;

Διαβάστε περισσότερα ›
Ο Όμηρος, ελληνικό γραμματόσημο

Ομήρου Οδύσσεια. Ραψωδία π’

Όλη απ’ εμένα, τέκνο μου, θ’ ακούσης την αλήθεια. / Με φέραν εδώ Φαίακες θαλασσοξακουσμένοι, / που κάθε ξένον προβοδούν που φτάση στο νησί τους• / με το γοργό καράβι τους, καθώς γλυκοκοιμόμουν, / ήρθαν στο Θιάκι, μ’ έβγαλαν, και με λαμπρά μ’ αφήκαν / δώρα, χρυσά και χάλκινα, και με φαντά περίσσια• / όλα κρυμμένα σε σπηλιά με θεϊκιά βοήθεια.

Διαβάστε περισσότερα ›
Οδυσσέας και Καλυψώ. Luca Giordano «Ulisse e Calipso».

Ομήρου Οδύσσεια. Ραψωδία o’

Άμποτε όσο σ’ αγάπησα να σ’ αγαπάη κι ο Δίας, / που απ’ τη βαρειά του ζήτουλα κακομοιριά με σώζεις. / Έρμος στα ξένα σα γυρνάς, χειρότερο δεν είναι• / μόνε για μιά παλιοκοιλιά τόσα τραβούν οι ανθρώποι, / σαν τους πλακώνη η ρήμαξη κι η συφορά κι ο πόνος.

Διαβάστε περισσότερα ›
Το συμβούλιο των θεών στον Όλυμπο. Ομήρου Οδύσσεια. Peter Paul Rubens, Concilio degli dei, 1602, olio su tela. Praga, Collezione d’Arte del Castello di Praga.

Ομήρου Οδύσσεια. Ραψωδία ξ’

«Τρώγε, καλέ μου ξένε, εσύ και τα καλά μας χαίρου• / το ένα ο θεός χαρίζει μας, και τ’ άλλο μας τ’ αρνιέται / όπως στο νου του βουληθή, τι δύνεται τα πάντα.» / Αυτά είπε, κι έκαψε απαρχές στους θεούς τους παναιώνιους, / κι έσταξε, κι έβαλε καυκί λαμπρό κρασί γεμάτο / μες στου Οδυσσέα του κουρσευτή τα χέρια•

Διαβάστε περισσότερα ›
Αλκίνοος και Αρήτη οργανώνουν γιορτή φιλοξενίας στον ναυαγό Οδυσσέα. Ο βασιλιάς της Ιθάκης σκεπάζει τα δάκρυα που του προκαλεί το συγκινητικό τραγούδι του Δημόδοκου (δεξιά με τη λύρα). Francesco Hayez, 1814 -15. Μουσείο Νάπολης. Ιταλία.

Ομήρου Οδύσσεια. Ραψωδία ν’

Πετιέται απάνω, στέκεται, κοιτάζει την πατρίδα, / και τότε θλιβερά βογγάει, και τα μεριά βαρώντας / με τις παλάμες, κλαίγεται και λέει μοιρολογώντας• / «Αλλοίς μου, και σε τι λογής ανθρώπων ήρθα χώρα; / νά ‘ναι άραγες ασύστατοι κι αδικοπράχτες κι άγριοι, / ή νά ‘χουνε φιλοξενιά και θεοφοβιά στο νου τους;

Διαβάστε περισσότερα ›
Οδυσσέας και Σειρήνες. Herbert James Draper (1909).

Ομήρου Οδύσσεια. Ραψωδία μ’

«Έλα, καμάρι των Αχαιών, πολύμνητε Οδυσσέα, / το πλοίο σου κράτα, τη γλυκειά φωνή μας για ν’ ακούσης, / Δεν πέρασε απ’ εδώ κανείς με μελανό καράβι, / χωρίς ν’ ακούση από κοντά το γλυκολάλημά μας, / παρά μισεύει χαίροντας που έμαθε κι άλλα ακόμα, / τι ξέρουμε όσα τράβηξαν μες στην πλατειά Τρωάδα / και Τρωαδίτες κι Αχαιοί, καθώς οι θεοί τα ορίσαν.»

Διαβάστε περισσότερα ›
«Μάνα, γιατί δε στέκεσαι που θέλω να σ' αδράξω, / να κρατηθούμε αγκαλιαστά μέσα στον Άδη οι δυό μας / να βρούμε κάν παρηγοριά στο κρύο το μοιρολόγι; / Για τάχα να 'σαι φάντασμα που η θεία η Περσεφόνη, / μου 'στειλε, ακόμα πιο πικρά για να βαριοστενάζω;»

Ομήρου Οδύσσεια. Ραψωδία λ’

«Περίλαμπρε Οδυσσέα, / το θάνατο μη μου ζητάς με λόγια να γλυκάνης. / Κάλλιο στη γης να βρίσκομουν, κι ας δούλευα σε ανθρώπου /μικρού, με δίχως βιός πολύ, παρά στον Άδη να είμαι, / και βασιλέας να λέγουμαι των πεθαμένων όλων.»

Διαβάστε περισσότερα ›