Μαρίνος Αντύπας (1872-1907)
Γράφει ο Κότσης Παναγιώτης
Α. Πρώϊμες εκφάνσεις της αριστεράς
Στις αρχές του 20ού αιώνα, εμφανίζονται στην χώρα μας οι κοινωνιστικές- σοσιαλιστικές ιδέες, οι οποίες εκφράζονταν από τους Marx και Engels. Μία συνοπτική παρουσίαση των πρώτων- χρονολογικά- σοσιαλιστικών κινημάτων στην Ελλάδα είναι ένα δύσκολο εγχείρημα. Η δυσκολία οφείλεται στο γεγονός ότι δεν μπορούν να συμπεριληφθούν οργανώσεις και πρόσωπα, τα οποία έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στην διάδοση των σοσιαλιστικών ιδεών.
Στην Ελλάδα, ο όρος «σοσιαλισμός» χρησιμοποιήθηκε από τον Φρ. Πυλαρινό, Επτανήσιο στην καταγωγή και «σενσιμονιστή». Ο Πυλαρινός, νεκρολογώντας τον Αδαμάντιο Κοραή, την άνοιξη του 1833, συνόψισε την «αποστολή» του 19ου αιώνα στο τρίπτυχο: ελευθερία, ισότης, κοινωνισμός. Ο όρος «κοινωνισμός» υπήρξε προσφιλής ως την εποχή των Πλ. Δρακούλη και Στ. Καλλέργη, όταν και επικράτησε η έννοια «σοσιαλισμός».
Ακόμη, ο Επτανήσιος ιατρός, Κωνσταντίνος Λομβάρδος, μετέφρασε την γαλλική λέξη “communisme” ως «κομμουνισμός». Βέβαια, ο όρος έχει αποδοθεί και ως «κωμουνισμός». Ωστόσο, η εμβέλεια των πρώτων ριζοσπαστικών κινήσεων ήταν περιορισμένη, εξαιτίας της παγίωσης της «Μεγάλης Ιδέας» στο εσωτερικό της ημεδαπής[1].
Ο φυσικός ηγέτης της «Φεντερασιόν» Θεσσαλονίκης, Αβραάμ Μπεναρόγια, θεωρούσε ότι η οργάνωση των πρώτων βημάτων για τους φορείς του ελληνικού προλεταριάτου διακρινόταν σε τρεις περιόδους. Αναλυτικότερα, η πρώτη είναι η περίοδος του «ουτοπικού σοσιαλισμού», η οποία ξεκινά στα μέσα της δεκαετίας του 1880 και, τελειώνει το 1907. Η δεύτερη περίοδος χαρακτηρίζεται από την φάση προσαρμογής των σοσιαλιστικών ιδεών από την εργατική τάξη. Η περίοδος αυτή εκτείνεται από το 1907 ως το 1914. Ολοκληρώνοντας, η τρίτη- και τελευταία- περίοδος λήγει το 1918, με την ίδρυση του «Σοσιαλιστικού Εργατικού Κόμματος Ελλάδος», γνωστού με τα αρχικά ΣΕΚΕ[2]. Την ίδια εποχή, δημιουργήθηκε και η Γενική Συνομοσπονδία Εργατών Ελλάδος (ΓΣΕΕ), η οποία περιλάμβανε τα σημαντικότερα εργατικά σωματεία της χώρας. Από την πλευρά του, ο γνωστός ιστορικός μας, Γιάννης Κορδάτος, χαρακτηρίζει ως νηπιακή την περίοδο ως το 1910, εφηβική τα έτη 1910-1918 και, τέλος, ώριμη την περίοδο, η οποία ακολούθησε την ίδρυση του ΣΕΚΕ[3].

Β. Τις ήτο ο Μαρίνος Αντύπας;
Το όνομα του Μαρίνου Αντύπα είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με τους αγώνες των Θεσσαλών κολίγων κατά των τσιφλικάδων, στην αυγή του 20ού αιώνα. Βέβαια, ο Αντύπας δεν ήταν ούτε κατ’ επάγγελμα αγρότης, ούτε Θεσσαλός στην καταγωγή. Σαφέστερα, γεννήθηκε στην Κεφαλονιά το 1872[4]. Μετά το πέρας των εγκύκλιων σπουδών του, φοίτησε στην Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, αλλά δεν μπόρεσε ποτέ να πάρει πτυχίο. Ακόμη, λέγεται ότι, από τα μαθητικά του χρόνια, είχε μυηθεί στον τεκτονισμό[5].
Στην διάρκεια των σπουδών του στο Πανεπιστήμιο, ο Μαρίνος Αντύπας γνώρισε σε νεαρή ηλικία τις σοσιαλιστικές ιδέες και, αποφάσισε να αγωνιστεί για την διάδοσή τους. Κατά την περίοδο εκείνη, οι ιδέες αυτές είχαν αρχίσει να υπεισέρχονται στην ελληνική κοινωνία, με πρωτεργάτες τους Ρόκκο Χοϊδά, Πλάτωνα Δρακούλη, Σταύρο Καλλέργη και, τον γνωστό πεζογράφο, Κωνσταντίνο Θεοτόκη.
Στην διάρκεια των εορτασμών της Εργατικής Πρωτομαγιάς, το 1894, ο «ιθύνων νους», Σταύρος Καλλέργης, συνελήφθη και δικάστηκε. Αφού αθωώθηκε, έφυγε για το Παρίσι[6]. Μετά την φυγή του Καλλέργη για το εξωτερικό, ο Αντύπας ιδρύει στην Αθήνα τον σύλλογο «Κόσμος», στον οποίο συμμετείχαν οι Η. Αναστασίου, Δ. Αρνήλιος, Σ. Μουσούρης και Π. Τσεκούρας. Μετά τον ατυχή για την Ελλάδα πόλεμο του 1897, όταν και οι δυνάμεις της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας έφτασαν μέχρι τον Όθρυ, ο Αντύπας οργάνωσε ένα μεγάλο συλλαλητήριο στην Ομόνοια, στο οποίο κατήγγειλε την προδοσία του παλατιού. Όμως, η αστυνομία διέλυσε την συγκέντρωση και, ο εισαγγελέας διέταξε την σύλληψη του Αντύπα. Πράγματι, ο Αντύπας, τον Απρίλιο του 1898, καταδικάστηκε σε φυλάκιση[7].
Μετά την αποφυλάκισή του, το 1899, ο Αντύπας διοργάνωσε μία νέα συγκέντρωση, στο πεδίο του Άρεως. Στην διάρκεια της ομιλίας του, κατήγγειλε κυβέρνηση και παλάτι για τις αρνητικές επιπτώσεις του ατυχούς πολέμου για τον λαό. Και πάλι η επέμβαση της αστυνομίας ήταν άμεση ενώ, ο Αντύπας με δυσκολία απέφυγε την σύλληψη[8]. Το 1903, κατέφυγε στην Ρουμανία και τον θείο του, Γ. Σκιαδαρέση, πλούσιο ομογενή. Βέβαια, παλιννόστησε το επόμενο έτος.
Στο Αργοστόλι, ο Αντύπας ξεκίνησε να εκδίδει την εφημερίδα «Ανάστασις», το 1900. Μέσα από την εφημερίδα αυτή διαμόρφωσε το ιδεολογικό του πρόγραμμα, το οποίο υπήρξε μία ιδιόμορφη σύνθεση, η οποία ονομάστηκε «κοινωνική- ριζοσπαστική». Μετά από μία περίοδο διακοπής, ο Αντύπας επανεκδίδει την εφημερίδα του το 1904. Κατά το διάστημα αυτό, ο εκ Κεφαλληνίας πρωτοπόρος του σοσιαλισμού προπαγάνδιζε την απαλλοτρίωση των τσιφλικιών στην θεσσαλική γη. Λίγο αργότερα, πήγε και ο ίδιος στην Θεσσαλία, όπου εργάστηκε ως επιστάτης στο τσιφλίκι του θείου του. Το τσιφλίκι του Σκιαδαρέση βρισκόταν στον Πυργετό, οικισμό που βρίσκεται 35 χιλιόμετρα ΒΑ της Λάρισας[9].
Από την θέση αυτή, ο Αντύπας είχε την δυνατότητα να προπαγανδίζει την απαλλοτρίωση των τσιφλικιών. Τα κηρύγματα του Αντύπα στον θεσσαλικό κάμπο διαδόθηκαν, σε σύντομο χρονικό διάστημα, παντού. Οι κολίγοι[10] κατάλαβαν ότι δεν μπορούσαν πια να περιμένουν από κανέναν και τίποτα για την βελτίωση της θέσης τους. Πάντως, η πειστικότητα του Μαρίνου Αντύπα ήταν τόσο μεγάλη, ώστε ο θείος του να μοιράσει γη σε ακτήμονες, παίρνοντας και μία αποζημίωση.
Οι κινήσεις του Αντύπα δεν ήταν ρηξικέλευθες. Στην πραγματικότητα, το υπό εξέταση πρόσωπο επιθυμούσε μία εφαρμογή των 5 φιλοαγροτικών νομοσχεδίων, τα οποία είχε ψηφίσει η κυβέρνηση του Θ. Δηλιγιάννη ήδη από το 1896. Τα νομοσχέδια αυτά προέβλεπαν την απαλλοτρίωση του 1/8 στα θεσσαλικά τσιφλίκια και, παράλληλα, την σύσταση ενός ειδικού Ταμείου Γεωργικής Πίστης, για τις χρηματοδοτικές ανάγκες των οικογενειών των κολίγων[11]. Μάλιστα, λίγο μετά τον θάνατο του Αντύπα, η κυβέρνηση του «τρικουπικού» Γ. Θεοτόκη ψήφισε τον Ν. ΓΣΒ΄ της 7ης Απριλίου 1907. Ο νόμος αυτός απέβλεπε στην αγροτική αποκατάσταση προσφύγων, οι οποίοι προέρχονταν από την Ρουμανία και- ιδίως- από την Ανατολική Ρωμυλία, περιοχή με έντονο το ελληνικό στοιχείο[12].
Όμως, η δράση του Αντύπα προκάλεσε την αντίδραση των άλλων γαιοκτημόνων. Το χαρακτηριστικότερο παράδειγμα υπήρξε ο βουλευτής και γαιοκτήμονας, Αγαμέμνων Σλήμαν, ο οποίος κατήγγειλε τον πρωταγωνιστή της ιστορίας μας για απόπειρα διασάλευσης της τάξης. Παραλήπτης της καταγγελίας ήταν ο νομάρχης Λάρισας, Νιώτης. Ο νομάρχης συνάντησε στην Λάρισα τον Αντύπα, επιχειρώντας να τον συνετίσει. Όμως, ο Αντύπας δεν υπάκουσε. Εν συνεχεία, οι Αντύπας και Σλήμαν συναντήθηκαν, τον Σεπτέμβριο του 1906, στην Αθήνα. Κατά την συνάντηση, ο Αντύπας χαστούκισε τον Σλήμαν [13]. Μετά το επεισόδιο Σλήμαν- Αντύπα, ακολούθησε δίκη. Στη διάρκεια της δίκης, προσωπικότητες της εποχής κατέθεσαν υπέρ του Αντύπα. Τελικά, η ποινή υπήρξε μία εικοσαήμερη κράτηση για εξύβριση.

Στην ιστορία έμεινε η απολογία του Αντύπα, στην οποία περιέγραφε την κατάσταση, η οποία επικρατούσε κατά την εποχή εκείνη: «Η κατάστασις είναι αθλία και η εικών απαισία. Έλληνες, αδερφοί μας, γυμνοί και κάτισχνοι εφ’ ών τα οστά μόνον και η επιδερμίς προσκολλώνται, χρησιμεύουν ως φορτηγά ζώα των ημεδαπών τυράννων. Καταδικάσατε αυστηρώς τον παρεκτρέποντα Αντύπαν, αλλ’ αθωώσατε ασμένως τον συνήγορον της εργασίας και της προόδου {…}»[14].
Παρά την καταδίκη και τις απειλές των τσιφλικούχων εναντίον του, ο Αντύπας συνέχισε με ζήλο την επιχείρηση αφύπνισης των κολίγων. Το αποκορύφωμα της δράσης του υπήρξε το μεγάλο παναγροτικό συλλαλητήριο στο Λασποχώρι, με την έλευση του 1907. Κατά την διάρκεια του συλλαλητηρίου, το χωριό βρέθηκε σε αναβρασμό. Ωστόσο, κινητοποιήσεις πραγματοποιήθηκαν και σε άλλα χωριά, τα οποία βρίσκονταν μακριά από τον κυρίως χώρο δράσης του υπό μελέτη προσώπου.
Η δραστηριότητα του Μαρίνου Αντύπα ενόχλησε τους τσιφλικούχους, οι οποίοι αποφάσισαν να τον εξοντώσουν. Την δολοφονία του ανέλαβε ο Ι. Κυριακός, επιστάτης του γαιοκτήμονα Αρ. Μεταξά[15]. Πράγματι, ο Αντύπας δολοφονήθηκε στον Πυργετό, την νύχτα της 7ης προς 8ης Μαρτίου 1907[16]. Δράστης ήταν ο Κυριακός, ενεργώντας ως πειθήνιο όργανο γαιοκτημόνων.
Στην κηδεία του Αντύπα συνέρρευσε ένα μεγάλο πλήθος. Η σορός του άτυχου σοσιαλιστή μεταφέρθηκε από το «Ξενοδοχείο της Γαλλίας» στον ναό του Αγίου Αχιλλείου, στην Λάρισα. Εκεί εψάλη και η νεκρώσιμος ακολουθία. Μετά από τις παρακλήσεις χωρικών, η σορός μεταφέρθηκε στο Λασποχώρι, όπου και ετάφη. Τέλος, επικήδειο διάβασε ο δήμαρχος της περιοχής.
Γ. Μετά την δολοφονία
Η δολοφονία του Αντύπα απασχόλησε τον Τύπο της εποχής ενώ, το θλιβερό άγγελμα του θανάτου του έφτασε και στην Κεφαλονιά. Συγκεκριμένα, η εφημερίδα «Θεσσαλία», στο φύλλο της 10ης Μαρτίου 1907, γράφει: «Δολοφονία του Μαρίνου Αντύπα. Ράπισμα πληρωμένο με αίμα». Την ίδια ημέρα, η αθηναϊκή εφημερίδα «Ακρόπολις» κυκλοφορεί με τίτλο: «Δολοφονία του Κεφαλλήνος σοσιαλιστού Μαρίνου Αντύπα». Ακόμη, η «Ακρόπολις» ανέφερε ότι και ο Αντύπας και ο θείος του, Σκιαδαρέσης, λάμβαναν απειλητικές επιστολές λίγο πριν την δολοφονία του πρώτου[17].
Συγκίνηση για τον θάνατο του Αντύπα υπήρξε και στο γενέθλιο νησί του, την Κεφαλονιά. Ακριβέστερα, ο λαός του Αργοστολίου και το λαϊκό αναγνωστήριο «Η Ισότης» εξέδωσαν ψήφισμα, το οποίο δημοσιεύθηκε σε πολλές εφημερίδες. Μάλιστα, οι συντοπίτες του δολοφονηθέντος Αντύπα απαιτούσαν από την κυβέρνηση Θεοτόκη αυστηρές ανακρίσεις και την ποινική καταδίωξη όσων εμπλέκονταν στην υπόθεση.
Επίσης, μνημόσυνα υπέρ αναπαύσεως της ψυχής του Αντύπα διεξήχθησαν στην Αθήνα και στον Πειραιά. Στην Αθήνα, οι δικηγόροι Μουρελάτος και Ιωαννίδης εξήραν το έργο του υπέρ των κοινωνικά αδύναμων ενώ, ο ποιητής Πανάς απήγγειλε ποίημα. Ακόμη, στον Πειραιά, τα εργατικά σωματεία τέλεσαν μνημόσυνο στον Ιερό Ναό Αγίας Τριάδος.
Η δίκη για τον φόνο του Μαρίνου Αντύπα ξεκίνησε στην Λάρισα, τον Δεκέμβριο του 1907. Μετά από αναβολές, η αρχή έγινε τον Μάϊο του 1908. Σύμφωνα με το βούλευμα, ο εισαγγελέας απηύθυνε κατηγορητήριο κατά του Ι. Κυριακού. Όμως, το δικαστήριο αποφάσισε ότι ο Κυριακός βρισκόταν σε σύγχυση και, για τον λόγο αυτό, αφέθηκε ελεύθερος.
Ο θάνατος του Αντύπα είχε ως αποτέλεσμα την εμφάνιση αγροτικών συλλόγων. Κορυφαίος όλων υπήρξε ο «Γεωργικός Πεδινός Σύλλογος», ο οποίος ιδρύθηκε τον Μάϊο του 1909 στην Καρδίτσα, με πρόεδρο τον δικηγόρο Δημήτριο Μπούσδρα[18]. Βέβαια, αγροτικοί σύλλογοι είχαν ιδρυθεί και πριν την δολοφονία του Αντύπα, σε ευάριθμες περιοχές της Θεσσαλίας. Βασικό παράδειγμα αποτελεί ο «Αγροτικός Σύνδεσμος Καρδίτσας», ο οποίος είχε ιδρυθεί από το 1906.
Ακόμη, το 1908 ιδρύθηκε το Εργατικό Κέντρο Βόλου, το οποίο υπήρξε το πρώτο- χρονολογικά- στην Ελλάδα και, καθοδηγούσε ιδεολογικά τον αγώνα των κολίγων της Θεσσαλίας. Το εργατικό κίνημα συμβάδιζε με το αγροτικό, αλλά ποτέ δεν αποκτήθηκε μία κοινή και μαχητική φυσιογνωμία. Η εμφάνιση πολλών συνεταιρισμών και σωματειακών κινήσεων μετά τον φόνο του υπό εξέταση προσώπου, εκ Κεφαλληνίας, αντιπροσωπεύει την μετάβαση από την νηπιακή στην περίοδο προσαρμογής των σοσιαλιστικών ιδεών «προς την εργατικήν τάξιν»[19].
Ολοκληρώνοντας, οι προσπάθειες του Μαρίνου Αντύπα μπορούν να χαρακτηριστούν ως «ρομαντικές». Όμως, δεν βελτίωσαν την θέση των κολίγων. Όμως, επειδή αγωνίστηκε με όλες του τις δυνάμεις για την απελευθέρωση των σκλάβων αγροτών, έχει καθιερωθεί ως η κύρια μορφή στην ιστορία του αγροτικού κινήματος. Με άλλα λόγια, πρέπει να αποκληθεί με τον όρο προδρομική μορφή των αιματοβαμμένων γεγονότων στο Κιλελέρ και στο Τσουλάρ (Μελία), στις 6 Μαρτίου 1910.
Βιβλιογραφία και παραπομπές
Αρσενίου, Λ. (1994) Το έπος των Θεσσαλών αγροτών και οι εξεγέρσεις τους, Τρίκαλα: Οίκος Νημά
Αρώνη- Τσίχλη, Κ. (2005) Αγροτικό ζήτημα και αγροτικό κίνημα. Θεσσαλία 1881-1923, Αθήνα: Παπαζήσης
Βακαλόπουλου, Α. (1988) Νέα ελληνική ιστορία 1204-1985, Θεσσαλονίκη: Βάνιας.
Βεργόπουλου, Κ. (1976) Το αγροτικό ζήτημα στην Ελλάδα, Αθήνα: Εξάντας
Γκριτζώνα, Κ. (2000) Πρώϊμες μορφές του επαναστατικού κινήματος στην Ελλάδα. Ουτοπιστές, σοσιαλιστές και αναρχικοί αντιεξουσιαστές, Αθήνα: Φιλίστωρ
Δημητρίου, Μ. (1985) Το ελληνικό σοσιαλιστικό κίνημα: Από τους ουτοπιστές στους μαρξιστές, Αθήνα: Παπαδήμας
Καρανικόλα, Θ. (1975) Κιλελέρ, Αθήνα: Γραμμή
Καραφύλλη, Γ. (1987) Το πρόβλημα των ιστορικών παραγόντων στην ελληνική σοσιαλιστική σκέψη κατά την περίοδο 1885-1919, Ιωάννινα: Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων.
Καψάλη, Γ. (1986) Μαρίνος Αντύπας. Ο πρωτομάρτυρας σοσιαλιστής και πρόδρομος του Κιλελέρ, Αθήνα: Ήβος
Κορδάτου, Γ. (1957) Ιστορία του ελληνικού εργατικού κινήματος. Με βάση άγνωστες πηγές και ανέκδοτα αρχεία Αθήνα: Πυρσός
Κουκουλέ, Γ. (1983) Για μία ιστορία του ελληνικού συνδικαλιστικού κινήματος, Αθήνα: Σοκόλης
Λουκάτου, Σ. (1982) Μαρίνος Αντύπας, Αθήνα: Στ. Δ. Βασιλόπουλος
Μοσκώφ, Κ. (1979) Εισαγωγή στην ιστορία του κινήματος της εργατικής τάξης, Θεσσαλονίκη: Βάνιας
Μουγογιάννη, Ι. Γ. (1987) Πτυχές του αγροτικού ζητήματος στην Θεσσαλία, Βόλος: Αρχείο Θεσσαλικών Μελετών
Μπαμπινιώτη, Γ. (1999) Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας, Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας
Μπρουντζάκη, Ξ. «Μαρίνος Αντύπας: Ένας εξεγερμένος αγωνιστής των σοσιαλιστικών ιδεών» εφ. Το Ποντίκι, φ. 26-5-2011
Οικονόμου, Ν. (1979) «Εσωτερικές πολιτικές εξελίξεις από τον Ιούλιο του 1917 ως τον Νοέμβριο του 1918» στην Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τ. ΙΕ΄, Αθήνα: Εκδοτική Αθηνών, σελ. 50-51
Συντακτική ομάδα «Πυργετός» στο Νεώτερον Εγκυκλοπαιδικόν Λεξικόν Ήλιος, τ. 24 (1977), σελ. 188.
Συντακτική ομάδα «Μαρίνος Αντύπας» στην εγκυκλοπαίδεια Νέα Δομή, τ. 21 (1996), σελ. 161.
[1]) Βλ και Καραφύλλη, Γ. (1987) Το πρόβλημα των ιστορικών παραγόντων στην ελληνική σοσιαλιστική σκέψη κατά την περίοδο 1885-1919, Ιωάννινα: Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων.
[2]) Βλ και Οικονόμου, Ν. (1979) «Εσωτερικές πολιτικές εξελίξεις από τον Ιούλιο του 1917 ως τον Νοέμβριο του 1918» στην Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τ. ΙΕ΄, Αθήνα: Εκδοτική Αθηνών, σελ. 50-51.
[3]) Βλ και Κορδάτου, Γ. (1957) Ιστορία του ελληνικού εργατικού κινήματος. Με βάση άγνωστες πηγές και ανέκδοτα αρχεία Αθήνα: Πυρσός
[4]) Βλ και Μουγογιάννη, Ι.Γ. (1987) Πτυχές του αγροτικού ζητήματος στην Θεσσαλία, Βόλος: Αρχείο Θεσσαλικών Μελετών
[5]) Βλ και Δημητρίου, Μ. (1985) Το ελληνικό σοσιαλιστικό κίνημα: Από τους ουτοπιστές στους μαρξιστές, Αθήνα: Παπαδήμας.
[6]) Βλ και Κουκουλέ, Γ. (1983) Για μία ιστορία του ελληνικού συνδικαλιστικού κινήματος, Αθήνα: Σοκόλης
[7]) Βλ και Αρώνη- Τσίχλη, Κ. (2005) Αγροτικό ζήτημα και αγροτικό κίνημα. Θεσσαλία 1881-1923, Αθήνα: Παπαζήσης
[8]) Βλ και Καψάλη, Γ. (1986) Μαρίνος Αντύπας. Ο πρωτομάρτυρας σοσιαλιστής και πρόδρομος του Κιλελέρ, Αθήνα: Ήβος.
[9]) Βλ και λήμμα σύνταξης «Πυργετός» στο Νεώτερον Εγκυκλοπαιδικόν Λεξικόν Ήλιος, τ. 24 (1977), σελ. 188.
[10]) Βλ και Μπαμπινιώτη, Γ. (1999) Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας, Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας, σελ. 705:
«Ο όρος «κολίγος» προέρχεται από το λατινικό college-ae. Ετυμ: cum+ lego. Σημαίνει αυτός, ο οποίος συγκεντρώνει προϊόντα».
[11]) Βλ και Βεργόπουλου, Κ. (1976) Το αγροτικό ζήτημα στην Ελλάδα, Αθήνα: Εξάντας
[12]) Βλ και Βακαλόπουλου, Α. (1988) Νέα ελληνική ιστορία 1204-1985, Θεσσαλονίκη: Βάνιας.
[13]) Βλ και λήμμα σύνταξης «Μαρίνος Αντύπας» στην εγκυκλοπαίδεια Νέα Δομή, τ. 21 (1996), σελ. 161.
[14]) Βλ και Λουκάτου, Σ. (1982) Μαρίνος Αντύπας, Αθήνα: Στ. Δ. Βασιλόπουλος
[15]) Βλ και Μπρουντζάκη, Ξ. «Μαρίνος Αντύπας: Ένας εξεγερμένος αγωνιστής των σοσιαλιστικών ιδεών» εφ. Το Ποντίκι, φ. 26-5-2011.
[16]) Βλ και Γκριτζώνα, Κ. (2000) Πρώϊμες μορφές του επαναστατικού κινήματος στην Ελλάδα. Ουτοπιστές, σοσιαλιστές και αναρχικοί αντιεξουσιαστές, Αθήνα: Φιλίστωρ.
[17]) Βλ και Αρσενίου, Λ. (1994) Το έπος των Θεσσαλών αγροτών και οι εξεγέρσεις τους, Τρίκαλα: Οίκος Νημά.
[18]) Βλ και Καρανικόλα, Θ. (1975) Κιλελέρ, Αθήνα: Γραμμή
[19]) Βλ και Μοσκώφ, Κ. (1979) Εισαγωγή στην ιστορία του κινήματος της εργατικής τάξης, Θεσσαλονίκη: Βάνιας