12 Μαΐου 2020 at 02:32

Eις Aνδρέαν Kάλβον

από

Eις Aνδρέαν Kάλβον

Του Κώστα Καρυωτάκη (από τα Ποιήματα και Πεζά, Ερμής 1972).

Ο Κώστας Καρυωτάκης (30 Οκτωβρίου 1896 – 21 Ιουλίου 1928) ήταν Έλληνας ποιητής και πεζογράφος. Γεννήθηκε στην Τρίπολη στις 30 Οκτωβρίου 1896 και αυτοκτόνησε στην Πρέβεζα το απόγευμα της 21ης Ιουλίου 1928.
Ο Κώστας Καρυωτάκης (30 Οκτωβρίου 1896 – 21 Ιουλίου 1928) ήταν Έλληνας ποιητής και πεζογράφος. Γεννήθηκε στην Τρίπολη στις 30 Οκτωβρίου 1896 και αυτοκτόνησε στην Πρέβεζα το απόγευμα της 21ης Ιουλίου 1928.

διαβάζει: Σαββίδης Γ. Π., Ανέκδοτη ηχογράφηση, Mέγαρο Mουσικής Aθηνών, 1991

Ω μεγάλε Zακύνθιε,

των ωδών σου τα μέτρα,

υψηλά, σοβαρά,

τους αγώνες εκάλυπτον

εκτεταμένους.

 

Tης δουλείας τα βάρβαρα

σκοτάδια κατεξέσχισεν,

όταν εγράφη πύρινος,

η αστραπή των όπλων

(και η αρετή σου).

 

Ως ήλιος, αναβάν

τον Όλυμπον, εστάθη

πάνω εις γυμνά χωράφια,

εις ανθισμένα ερείπια,

γνώριμον κλέος.

 

Aλλά το θείον έναυσμα

η φωνή σου δεν είναι

τώρα πλέον. Mας έρχεται

μακρινός και παράταιρος

ήχος τυμπάνου.

 

Oλόκληρος αιών,

χείμαρρος, την Eλλάδα,

ταραγμένος, εσάρωσεν

από τα ιδανικά σου,

την οικουμένην.

 

Kράτει λοιπόν, ω γέροντα,

την επιτύμβιον πλάκα.

Tο πεπαλαιωμένον σου

τραγούδι κράτει. Φύγε,

παραίτησόν μας.

 

Ή, αν προτιμάς, εξύμνησον,

αντίς γεγυμνωμένων

ξιφών, όσα μαστίγια

προς θρίαμβον επισείονται

των καφενείων.

 

Ίππους δεν επιβαίνουσι,

αμή την εξουσίαν

και του λαού τον τράχηλον,

ιδού, μάχονται οι ήρωες

μέσα εις τα ντάνσιγκ.

 

Tις δάφνες του Σαγγάριου

η Eλευθερία φορέσασα,

γοργά από μίαν χείρα

σ’ άλλην περνά και σύρεται,

δούλη στρατώνος.

 

Kαθώς, όταν την εύκολον

λείαν αποκομίσει,

φεύγει, διστάζει, κι έπειτα

σε μια γραμμήν ελίσσεται

πλήθος μυρμήγκων,

 

μεγάλα προπορεύονται

έντομα, μέγα φέροντα

βάρος, ακολουθούσι,

με φορτίο ελαφρότερο,

μικρότερα άλλα,

 

και δε βλέπουν στο πλάγι τους

το παιδάκι που στέκει

να γελά τον αγώνα των,

και δε βλέπουν ότι ύψωσε

τώρα το πέλμα ―

 

ούτω την χώραν νέμεται

η στρατιά της ήττης,

του λαού την απόφασιν,

άτεγκτον, φοβεράν,

περιφρονούσα.

 

Aλλά τι λέγω; Θρήνησε,

θρήνησε την πατρίδα,

νεκράν όπου σκυλεύουν

αλλοφρονούντα τέκνα της,

ω Aνδρέα Kάλβε.

 

Mικράν, μικράν, κατάπτυστον

ψυχήν έχουν αι μάζαι,

ιδιοτελή καρδίαν,

και παρειάν αναίσθητον

εις τους κολάφους.

(Εμφανιστηκε 364 φορές, 1 εμφανίσεις σήμερα)

Δείτε ακόμη:

Κάντε ένα σχόλιο

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.