9 Φεβρουαρίου 2025 at 13:26

Ουκρανία: Ο ρυθμιστής της ευρωπαϊκής αυτοδυναμίας

από

Ουκρανία: Ο ρυθμιστής της ευρωπαϊκής αυτοδυναμίας

Του Γιώργου Ρακκά από το Άρδην τ. 133 που κυκλοφορεί

Η αντιπαράθεση στην Ουκρανία όντως βρίσκεται σε μια καμπή, και γι’ αυτό δεν ευθύνεται μόνον ή αποκλειστικά η εκλογή Τραμπ. Η πολιτική που ακολούθησαν οι ΗΠΑ, και η Ευρώπη κατά δεύτερο λόγο, ήταν να τροφοδοτούν την ουκρανική πλευρά με τόσα όπλα, πυρομαχικά και χρήματα, ώστε απλώς να συντηρούν τους συσχετισμούς και να κρατήσουν την Ρωσία εκεί όπου έχει παγιωθεί το μέτωπο.

Η απόφασή τους στηριζόταν σε δύο, κυρίως, παραδοχές.

Πρώτον, ότι η Ρωσία έχει προβεί σε μια κίνηση υψηλού ρίσκου με την εισβολή στην Ουκρανία, όπου διακυβεύεται το μέλλον του καθεστώτος της, επομένως, σε περίπτωση μιας ραγδαίας επιδείνωσης θα γίνει απρόβλεπτη και σε αυτό το πλαίσιο δεν αποκλείεται η απώλεια ελέγχου από την πλευρά της και η χρήση πυρηνικών όπλων. Το ενδεχόμενο της συντριπτικής ήττας, επομένως, καλό θα ήταν να αποφευχθεί γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο.

Το δεύτερο στοιχείο έρχεται σαν απόηχος της παλαιότερης στρατηγικής που εισηγήθηκε ο εθνικός σύμβουλος ασφαλείας της κυβέρνησης Κάρτερ, ο πολύς Ζμπίγκνιου Μπζρέζινσκι, για την υπονόμευση της ΕΣΣΔ στο Αφγανιστάν. Η επί μακρόν εμπλοκή και η σταδιακή φθορά της υπερδύναμης προκρίθηκε και εδώ ως η βέλτιστη δυνατή λύση, αφού υπήρχαν οι φόβοι ότι η ενεργητικότερη παρέμβαση θα οδηγήσει σε ευρύτερη ανάφλεξη.

Αμφότερες οι παραδοχές, ωστόσο, υπήρξαν λανθασμένες και το τίμημα που πλήρωσε και πληρώνει η Δύση για την αστοχία τής στρατηγικής αυτής ήταν και είναι βαρύ.

Κατ’ αρχάς, η απειλή χρήσης πυρηνικών όπλων αποτελεί πολύ βασικό στοιχείο στον τρόπο που η Ρωσία έχει επιλέξει να χειριστεί την Δύση εν μέσω της εισβολής της στην Ουκρανία. Είναι το περίφημο «δόγμα Καραγκάνωφ», που λέει ότι επειδή ακριβώς η Δύση είναι «παρηκμασμένη», σπαράσσεται από εσωτερική κοινωνική και πολιτισμική κρίση και έχει πλαδαρέψει μέσα στις πασιφιστικές της αυταπάτες, η χρήση των πυρηνικών θα πρέπει να πάψει να είναι ταμπού. Ο αντίπαλος φοβάται, οι κοινωνίες του δεν είναι διατεθειμένες να εγκαταλείψουν την προοπτική της αμεριμνησίας για να εισέλθουν σε μια θερμή αντιπαράθεση –πόσο μάλλον… πυρηνική– κατά συνέπεια ο πυρηνικός εκβιασμός εκ μέρους της Ρωσίας θα λειτουργήσει και γι’ αυτό ενδείκνυται.

Το δεύτερο στοιχείο, δείχνει ακριβώς πως ο «συλλογικός στρατηγικός νους» της Δύσης και ιδιαιτέρως των ΗΠΑ είναι βραχυκυκλωμένος και αδυνατεί να καταρτίσει μια πολιτική μεγάλων οριζόντων. Έγκειται στο γεγονός ότι –προφανώς– η Ουκρανία δεν είναι Αφγανιστάν, και η αποσταθεροποίηση στην Ανατολική Ευρώπη δεν μπορεί να συγκριθεί με εκείνην στην Κεντρική Ασία.

Η αντιπαράθεση στην Ουκρανία όντως βρίσκεται σε μια καμπή, και γι’ αυτό δεν ευθύνεται μόνον ή αποκλειστικά η εκλογή Τραμπ. Η πολιτική που ακολούθησαν οι ΗΠΑ, και η Ευρώπη κατά δεύτερο λόγο, ήταν να τροφοδοτούν την ουκρανική πλευρά με τόσα όπλα, πυρομαχικά και χρήματα, ώστε απλώς να συντηρούν τους συσχετισμούς και να κρατήσουν την Ρωσία εκεί όπου έχει παγιωθεί το μέτωπο.
Η αντιπαράθεση στην Ουκρανία όντως βρίσκεται σε μια καμπή, και γι’ αυτό δεν ευθύνεται μόνον ή αποκλειστικά η εκλογή Τραμπ. Η πολιτική που ακολούθησαν οι ΗΠΑ, και η Ευρώπη κατά δεύτερο λόγο, ήταν να τροφοδοτούν την ουκρανική πλευρά με τόσα όπλα, πυρομαχικά και χρήματα, ώστε απλώς να συντηρούν τους συσχετισμούς και να κρατήσουν την Ρωσία εκεί όπου έχει παγιωθεί το μέτωπο.

Η παρατεταμένη σύγκρουση στην Ουκρανία δεν μπορεί να επηρεάζει μόνον την Ρωσία. Που βεβαίως και την επηρεάζει μέσω των μηχανισμών των κυρώσεων, την απομόνωση από τις δυτικές οικονομίες, αλλά και την αφαίμαξη των ανθρώπινων και οικονομικών της πόρων για τις ανάγκες της εισβολής.

Όμως, αντιστοίχως, η γεωπολιτική αστάθεια μεταφράζεται σε πληθωρισμό για την Δύση, που πιέζει ακόμα περισσότερο τις μεσαίες και τις κατώτερες τάξεις, ψαλιδίζοντας την πολιτική εμπιστοσύνη στα δημοκρατικά της καθεστώτα. Και σε αυτήν ακριβώς την κρίση βρίσκουν ευκαιρία να διεισδύσουν οι μηχανισμοί του υβριδικού, πολιτικού και ιδεολογικού πολέμου, που έχει εξαπολύσει η Ρωσία.

Προφανώς και υπάρχει ρωσική εμπλοκή στην επανεκλογή του Τραμπ –για την οποία, βεβαίως, ο πληθωρισμός διαδραμάτιζε σημαίνοντα ρόλο· όπως υπάρχει και στην άνοδο του AfD στην Γερμανία, ενώ στην Γαλλία οι ίδιοι μηχανισμοί ενισχύουν αμφιπλεύρως τον Μελανσόν και την Λεπέν, όπως κάνουν και στην Ελλάδα με το ΚΚΕ, και την πέραν αυτού Αριστερά, ταυτόχρονα με την Δεξιά πέραν της ΝΔ.

Η ρωσική εμπλοκή δεν υπακούει στους κανόνες μιας ιδεολογικής λυσιτέλειας, όπως συνέβαινε άλλοτε επί ΕΣΣΔ, αλλά είναι ασύμμετρη. Επιδιώκει να μεταφράσει σε διάλυση την εσωτερική κρίση της Δύσης, η οποία είναι καθ’ όλα υπαρκτή, και τα αίτιά της πραγματικά. Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο προωθεί τα πιο καταστροφικά ιδεολογήματα και τις πολιτικές δυνάμεις που τα υποστηρίζουν, θέλοντας με αυτό τον τρόπο να εξασφαλίσει ότι το αποτέλεσμα της πολιτικής αντιπαράθεσης στο εσωτερικό της Δύσης θα παραμείνει διαλυτικό. Η αποτροπή της οποιασδήποτε ιδεολογικής και πολιτικής ανανέωσης είναι ο πραγματικός στόχος αυτής της εκστρατείας. Η ρητορική που ξεδιπλώνεται στις διάφορες αποχρώσεις της στα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης, όπου φωνές από την αριστερά και την δεξιά συγκλίνουν στις ιερεμιάδες τους για την «σάπια Ευρώπη», δεν έχει σκοπό να επισημάνει, ή ακόμα περισσότερο να συμβάλει στην υπέρβαση της παρακμής, αλλά κυρίως, να την επιβεβαιώσει.

Η παράταση του πολέμου, επομένως, συμφέρει και την Ρωσία, όχι μόνον την Δύση. Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο η τελευταία θα έπρεπε να υποστηρίξει αποφασιστικότερα την Ουκρανία, ιδίως όταν κατά την αντεπίθεσή της απέδειξε ότι η Ρωσία είναι ένας στρατηγικός γίγαντας με πήλινα πόδια.

Το γεγονός ότι οι άρχουσες τάξεις της Δύσης, και ιδίως της Ευρώπης, αδυνατούν να προχωρήσουν αποφασιστικά σε κάτι τέτοιο, κι έτσι να θωρακίσουν την γεωπολιτική ακεραιότητα της Ευρώπης προτού η ρωσική υπονόμευση εξαπλωθεί –όπως ήδη συμβαίνει τον τελευταίο καιρό στην Γεωργία, στην Μολδαβία, στην Ρουμανία, την ίδια την Γερμανία ακόμα–, σηματοδοτεί γι’ αυτές μια ιστορική αποτυχία. Η οποία συνιστά δείκτη πολιτικής και ιδεολογικής ανεπάρκειας – ότι, πολύ απλά, το μοντέλο οικονομίας, πολιτισμού, πολιτικής που υπηρετούν δεν λειτουργεί πια υπέρ του μακροπρόθεσμου συμφέροντος και της ενότητας της Ευρώπης.  

Επιχειρείται εδώ μια τεράστια αντιστροφή της πραγματικότητας, όπως συνηθίζεται από την ρωσική προπαγάνδα. Από την πρώτη στιγμή της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία ακούμε από τους προπαγανδιστικούς μηχανισμούς της Μόσχας ότι η Ευρώπη κάνει λάθος, καθώς σέρνεται από τις ΗΠΑ σε μια αντιπαράθεση, γιατί η επιλογή της αυτή υπονομεύει την ανεξαρτησία της. Η αλήθεια είναι ότι, ιστορικά, η ευρωπαϊκή ενοποίηση επιταχύνθηκε αφότου κατέρρευσε η Σοβιετική Ένωση και, μαζί της, η κατοχή της Ανατολικής Ευρώπης από την Μόσχα.

Τώρα η Μόσχα πραγματοποιεί την επίθεσή της στην Ουκρανία, ως κομμάτι μιας ευρύτερης στρατηγικής που αποσκοπεί να ανακτήσει την σοβιετική σφαίρα επιρροής. Είναι χαρακτηριστικές οι δηλώσεις του γνωστού ολιγάρχη Κωνσταντίν Μαλοβέεφ, ο οποίος κατά το παρελθόν είχε αναλάβει την διαχείριση των σχέσεων του Κρεμλίνου με διάφορα ευρωπαϊκά κόμματα – υπερδεξιά και αριστερά. Είχε ακουστεί και στην Ελλάδα, όταν επιδιώχθηκε επί ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ η ίδρυση τηλεοπτικού σταθμού, όταν με το νομοσχέδιο Παππά επιχειρήθηκε η αλλαγή στο τηλεοπτικό τοπίο της χώρας. Τώρα, σχολίασε τις διαρροές από την «ομάδα μετάβασης του Τραμπ» για το πιθανό περιεχόμενο της ειρηνευτικής πρότασης πάνω στην οποία θα εργαστεί ο Αμερικανός πρόεδρος όταν αναλάβει μετά τον Γενάρη του 2025. Η πρόταση εμπεριέχει μεταξύ άλλων το πάγωμα της γραμμής αντιπαράθεσης, εγγυήσεις ασφαλείας με την μορφή αποστολής μιας ευρωπαϊκής ειρηνευτικής δύναμης στα ελεύθερα εδάφη της Ουκρανίας, και αναβολή της ένταξής της στο ΝΑΤΟ.

Τώρα η Μόσχα πραγματοποιεί την επίθεσή της στην Ουκρανία, ως κομμάτι μιας ευρύτερης στρατηγικής που αποσκοπεί να ανακτήσει την σοβιετική σφαίρα επιρροής. Είναι χαρακτηριστικές οι δηλώσεις του γνωστού ολιγάρχη Κωνσταντίν Μαλοβέεφ, ο οποίος κατά το παρελθόν είχε αναλάβει την διαχείριση των σχέσεων του Κρεμλίνου με διάφορα ευρωπαϊκά κόμματα – υπερδεξιά και αριστερά.
Τώρα η Μόσχα πραγματοποιεί την επίθεσή της στην Ουκρανία, ως κομμάτι μιας ευρύτερης στρατηγικής που αποσκοπεί να ανακτήσει την σοβιετική σφαίρα επιρροής. Είναι χαρακτηριστικές οι δηλώσεις του γνωστού ολιγάρχη Κωνσταντίν Μαλοβέεφ, ο οποίος κατά το παρελθόν είχε αναλάβει την διαχείριση των σχέσεων του Κρεμλίνου με διάφορα ευρωπαϊκά κόμματα – υπερδεξιά και αριστερά.

Ενώ υποτίθεται ότι η προοπτική ένταξης της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ αποτέλεσε έναν από τους βασικούς λόγους για την «στρατηγική ανασφάλεια» της Μόσχας, που εν τέλει την οδήγησε στον πόλεμο, η απάντηση του Μαλοβέεφ ήταν αφοπλιστική: «Ο Κέλογκ [η επιλογή του Τραμπ για τη θέση του ειδικού αποσταλμένου της αμερικανικής προεδρίας στην Ρωσία και την Ουκρανία] έρχεται στη Μόσχα με το σχέδιό του, το δεχόμαστε και στην συνέχεια του λέμε να πάει να γ@@@θεί γιατί δεν μας αρέσει τίποτα από αυτά. [ ] Για να είναι εποικοδομητικές οι συνομιλίες, πρέπει να μιλήσουμε όχι για το μέλλον της Ουκρανίας, αλλά για το μέλλον της Ευρώπης και του κόσμου».

Επομένως, ο πόλεμος ξεκίνησε για την «Ευρώπη». Και αυτήν την παράμετρο δεν θα πρέπει να την ξεχνάμε, διότι πέραν των γεωπολιτικών, έχει και μια πολύ βαθιά ιδεολογική συνέπεια: Αφορά στην επίγνωση ότι η ενωμένη και ανεξάρτητη Ευρώπη έχει ως προϋπόθεσή της την αυτοδιάθεση της Ανατολικής Ευρώπης. Και μας ωθεί, πηγαίνοντας ακόμα βαθύτερα, να συνειδητοποιήσουμε την διαφορετική πολιτική παράδοση της Ανατολικής Ευρώπης σε σχέση με την Δυτική.

Μια παράδοση καθόλου αποικιακή, όπου η εθνική αυτοδιάθεση συνειδητοποιείται και διεκδικείται απέναντι στις μεγάλες αυτοκρατορίες –την Αυστροουγγρική, την Ρωσική, την Οθωμανική– και γι’ αυτό συνδυάζει το στοιχείο της δημοκρατίας και το στοιχείο της πολιτιστικής αφύπνισης και καλλιέργειας. Αυτό που ποιητικά συνοψίζει καλύτερα από οποιονδήποτε άλλο ο Διονύσιος Σολωμός με το «…μήγαρις έχω άλλο στο νου μου, πάρεξ ελευθερία και γλώσσα», και εκείνο στο οποίο αναφέρεται ο Μίλαν Κούντερα μιλώντας για την συνείδηση της Ανατολικής Ευρώπης και την αντιστασιακή υφή των «μικρών εθνών». 

Μια τελευταία διαπίστωση ως προς αυτό: Οι ανερχόμενες ευρωπαϊκές δυνάμεις της εποχής μας είναι η Πολωνία, οι Βαλτικές Χώρες, η Σκανδιναβία. Είναι χώρες που συνδυάζουν το στοιχείο της δημοκρατίας, το στοιχείο της εθνικής αυτοδιάθεσης, το στοιχείο της παραγωγής και των νέων τεχνολογιών. Ιδίως σε ό,τι αφορά στις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, έχουν συμφιλιώσει την εκσυγχρονιστική διαδικασία και την διεκδίκηση της Ευρώπης, με την καλλιέργεια και την προάσπιση του εθνικού πολιτισμού. Και αυτή είναι η υπαρκτή ιστορική εμπειρία ενός «τρίτου δρόμου», που υπερβαίνει ταυτοχρόνως την εσωτερική πολιτιστική και κοινωνική κρίση του ευρωπαϊκού κόσμου, και την αυταρχική και επεκτατική απειλή που αντιπροσωπεύουν οι διάφορες ευρασιατικές δυνάμεις και, πρωτίστως, οι Ρωσία και Τουρκία.

Φυσικά, ο τρίτος αυτός δρόμος είναι ο δυσκολότερος από τους υπόλοιπους δύο, που είναι και οι πιθανότεροι. Για να γίνει πιο εφικτός και για να συνειδητοποιήσει και η Ελλάδα τι συνεπάγεται η ακριτική της τοποθέτηση σε αυτό το νέο γεωπολιτικό περιβάλλον που διαμορφώνεται, θα πρέπει να καταστεί πρώτα και κύρια ιδεολογικό επίδικο.

(Εμφανιστηκε 73 φορές, 1 εμφανίσεις σήμερα)

Δείτε ακόμη:

Τα σχίλα είναι κλειστά.