Η χημεία των λέξεων
Κείμενο – φωτογραφίες: Βασίλης Μαλισιόβας*
____________________________
Αν και από μαθητής είχα σαφή κλίση προς τα θεωρητικά μαθήματα, αντικειμενικά –και χωρίς να περιαυτολογώ– ήμουν καλός μαθητής και στη Χημεία. Από τα χρόνια εκείνα, μάλιστα, θυμάμαι ένα χαρακτηριστικό σχολικό ευφυολόγημα:
Ερώτηση: Τι θα γίνει αν ρίξουμε ένα δεκάλεπτο μέσα σε υδροχλωρικό οξύ; Απάντηση: Διάλυμα ολίγων λεπτών!
Εύλογα θα αναρωτηθείτε: Τι γυρεύει η αλεπού στο παζάρι; Με άλλα λόγια, τι ζητάει ένας φιλόλογος σε εντελώς ξένα προς την επιστήμη του χωράφια; Το να με εμπιστευθείτε σε θέματα Χημείας θα ήταν το ίδιο με το να ζητούσατε τη γνώμη ενός γιατρού για τη στατική επάρκεια της οικοδομής που σκοπεύετε να κατασκευάσετε. Φυσικά, έκαστος στο είδος του. Και βέβαια κανείς που σέβεται τον εαυτό του δεν θα διανοούνταν να εισέλθει σε χώρους όπου η μόνη του γνώση προέρχεται από τα μαθητικά χρόνια.
Υπάρχουν όμως σχέσεις μεταξύ επιστημών που εκ πρώτης όψεως φαίνονται ανύπαρκτες. Όσοι ασχολούμαστε καθημερινά με τη γλώσσα, προσπαθώντας να φωτίσουμε άγνωστα εν πολλοίς μονοπάτια της, πάντα γοητευόμαστε από την ιχνηλασία δρόμων όχι και τόσο πολυσύχναστων μέχρι σήμερα.
Λυδία λίθος και ελιξήριο της νεότητας
Μερικές από τις φράσεις της γλώσσας έχουν ήδη πανάρχαια «χημική προέλευση». Ποιος δεν γνωρίζει π.χ. τη φράση ελιξήριο της νεότητας; Είναι από τις πλέον ενδιαφέρουσες περιπτώσεις διαδοχικού γλωσσικού δανεισμού. Αρχικά οι Αλεξανδρινοί αλχημιστές πίστευαν ότι για να πετύχουν τη μετατροπή ευτελών μετάλλων σε χρυσό έπρεπε να προσθέσουν στο λιωμένο μείγμα τους μια ουσία με πετρώδη υφή (την περίφημη φιλοσοφική λίθο), που την ονόμασαν ξηρίον. Οι Άραβες μετέφρασαν τη λέξη σε aliksir και η λέξη επέστρεψε στην ελληνική με τη μορφή αντιδανείου ως ελιξήριο, όχι όμως με την πρώτη σημασία όσο ως φαρμακευτικό παρασκεύασμα με άριστη αποτελεσματικότητα. Έτσι λέμε σήμερα:
Το ελιξήριο της νεότητας φαίνεται ότι έχει βρει η αειθαλής ηθοποιός, η οποία πρόσφατα έσβησε 82 κεράκια στην τούρτα γενεθλίων της.
Η θεία μου φαίνεται ότι όντως βρήκε το ελιξήριο της ζωής, αφού αισίως μπαίνει στα 103!
Ανάλογου ενδιαφέροντος είναι και η λυδία λίθος. Κυριολεκτικά, η μαύρη πέτρα από τη Λυδία της Μικράς Ασίας, είδος βασάλτη που κατά την αρχαιότητα χρησιμοποιούνταν για τον έλεγχο γνησιότητας του χρυσού, πήρε μεταφορικά τη σημασία «διαδικασία ενδελεχούς ελέγχου για να διακριβωθεί ή να επιβεβαιωθεί κάτι»:
Η βιβλιογραφία και οι ακριβείς παραπομπές αποτελούν λυδία λίθο για την αρτιότητα μιας διδακτορικής διατριβής.
Θα μπορούσαμε επίσης εισαγωγικά να πούμε ότι είδος χημείας ήταν τόσο ο κεκραμένος οίνος (κρασί αναμεμειγμένο με νερό, ας σκεφτούμε και τις λέξεις: κράση, κρατήρας, κερνάω κ.ά.), ενώ της Βιοχημείας, η πεποίθηση των αρχαίων Ελλήνων για την ισορροπία ουσιών, π.χ. μελαγχολία, η επικράτηση της μέλαινας χολής.
Χημεία και γλωσσικές μεταφορές
Η αλήθεια είναι ότι όλα γύρω μας είναι Χημεία: οι ουσίες του κόσμου, τα αντικείμενα που μας περιβάλλουν, οι ανθρώπινες δραστηριότητες από το μαγείρεμα μέχρι τη βιομηχανική παραγωγή. Ακόμη και αν ο άνθρωπος, ο ομιλητής, δεν το συναισθάνεται γνωστικά και επιστημονικά, η γλώσσα του δεν μπορεί παρά να επηρεαστεί από αυτό, αφού η γλώσσα διαμορφώνεται από τις παραστάσεις του κόσμου που μας περιβάλλει. Υπάρχουν όμως ειδικότερα δύο συγκεκριμένα χαρακτηριστικά της Χημείας ως ενασχόλησης με την ύλη που ενεργοποιούν τις μεταφορικές γλωσσικές χρήσεις:
α) η ετερογενής σύνθεση των στοιχείων σε ύλη και
β) οι ποιότητες (θετικές ή αρνητικές) που δημιουργούνται από τέτοιες συνθέσεις.
Στην πρώτη περίπτωση δημιουργούνται μεταφορικές χρήσεις των λέξεων που συνδέονται με τη σύνθεση πραγμάτων σε ένα ενιαίο σύνολο:
απόσταγμα, διυλίζω, ώσμωση, ζύμωση, κράμα κ.ά.
Στη δεύτερη περίπτωση οι μεταφορικές χρήσεις αφορούν το προϊόν μιας διεργασίας, που μπορεί να καταλήγει σε ποιότητες θετικές
ραφινάτος, οξυγόνο, λαμπίκος, μάλαμα κ.ά.
ή, το συνηθέστερο, αρνητικές
σκουριάζω, τοξικός, βιτριολικός, ναφθαλίνη, πίσσα κ.ά.
Έτσι, η Χημεία, μία άκρως δυναμική θετική επιστήμη με αλματώδη ανάπτυξη και άπειρες εφαρμογές κατά τα τελευταία χρόνια, εκτός από το ότι διευκολύνει την καθημερινότητά μας, συνεισφέρει έναν διόλου ευκαταφρόνητο οβολό και στην κοινή νέα ελληνική γλώσσα, με λέξεις και φράσεις που χρησιμοποιούμε στην καθημερινή μας επικοινωνία.
Χημεία και αλχημεία
Η ίδια η λέξη Χημεία είναι ελληνιστικής προέλευσης. Αν και από κάποιους ανάγεται στο ρήμα χέω (εξ ου και η παλαιότερη γραφή χυμεία), κατά πάσα πιθανότητα ανάγεται σε αιγυπτιακό τοπωνύμιο. Δεν αποκλείεται μάλιστα να υπήρξε και κάποιος συμφυρμός των δύο. Η λέξη χρησιμοποιείται ευρύτατα για τον χαρακτηρισμό της σχέσης μεταξύ δύο ανθρώπων – ερωτικής αλλά και απλώς διαπροσωπικής:
–Αν και σκοπεύουν να παντρευτούν, εγώ βλέπω ότι δεν έχουν καλή χημεία μεταξύ τους».
Σε αυτό το πραγματικά μαγικό ταξίδι μέχρι η Χημεία να γίνει ένας επιστημονικός κλάδος με τεράστιο κύρος, μεσολάβησε μία λέξη που σήμερα χρησιμοποιείται μόνο με μεταφορική σημασία. Και, βέβαια, μιλάμε για την αλχημεία: «Αυτά δεν είναι σοβαρές λύσεις, αλλά αλχημείες!», τόνισε η αρχηγός του κόμματος απευθυνόμενη στον πρωθυπουργό. Πασίγνωστη και από το μυθιστόρημα του Πάολο Κοέλιο «Ο αλχημιστής», η λέξη αυτή αποτελεί ουσιαστικά και τη διήκουσα έννοια που διατρέχει όλο το παρόν άρθρο, οπότε αξίζει να αναφερθούμε λίγο εκτενέστερα σ’ αυτή.
Κατά πρώτον, παρουσιάζει ενδιαφέρον η ετυμολογία της λέξης, αφού αποτελεί σύμφυρση μεταξύ του αραβικού άρθρου al και της ελληνικής λέξης χημεία (kimiya), αν και ως όρος πέρασε στο ελληνικό λεξιλόγιο μέσω του γαλλικού alchimie. Η λέξη αυτή, λοιπόν, σήμαινε την προνεωτερική εκδοχή του σημερινού επιστημονικού κλάδου της Χημείας. Βασική σκοποθεσία της μεσαιωνικής αλχημείας ήταν να ανακαλυφθεί το ελιξήριο της νεότητας, αλλά και να επινοηθεί ένας τρόπος, ώστε όλα τα μέταλλα να μεταβάλλονται σε χρυσό. Από αυτόν τον ουτοπικό στόχο προέκυψε η σημερινή αρνητική σημασία με την οποία χρησιμοποιείται η λέξη (ο συνδυασμός ετερόκλιτων στοιχείων με μη ενδεδειγμένο τρόπο για την επίτευξη σκοπού // η χρήση πονηρών επινοήσεων, ώστε να εξαπατηθεί κάποιος).
«Η σημερινή δήλωση του υπουργού Ανάπτυξης για μείωση του πληθωρισμού στην ουσία επαναλαμβάνει τις αλχημείες της κυβέρνησης, που δεν αντιμετωπίζει με ισχυρή πολιτική βούληση το θέμα της εκτόξευσης των τιμών», τόνισε ο εκπρόσωπος Τύπου του εν λόγω κόμματος.
Χημικές διεργασίες και παράγωγα
Οι λέξεις που θα παρατεθούν προέρχονται κυρίως από τον χώρο της Χημείας, όσο και από τις συγγενείς/«εφαπτόμενες» επιστήμες της Γεωλογίας και της Βιοχημείας.
- αλλοίωση: η νόθευση. Για κραυγαλέα αλλοίωση του εκλογικού αποτελέσματος στις πρόσφατες εκλογές που διεξήχθησαν στην εν λόγω αφρικανική χώρα έκανε λόγο ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
- αμάλγαμα: (κυριολεκτικά) κράμα που έχει ως βασικό στοιχείο τον υδράργυρο και άλλο μέταλλο // (μεταφορικά) σύνολο ανομοιογενών στοιχείων. Η Τουρκία αποτελεί αμάλγαμα διαφόρων εθνοτήτων και θρησκειών.
- αντιοξειδωτικός: αυτός που επιβραδύνει τη φθορά, τη γήρανση. Τα μπρόκολα έχουν ισχυρή αντιοξειδωτικήδράση.
- απόσταγμα: το βασικότερο στοιχείο, αυτό που αποτελεί συνδυασμό επιμέρους χαρακτηριστικών. Οι παροιμίες θεωρούνται το απόσταγμα της λαϊκής θυμοσοφίας του ελληνικού λαού.
- διάχυση: (κυριολεκτικά) διασπορά. διάχυση ύλης // (μεταφορικά) διασπορά, εξάπλωση. διάχυση γνώσης – (στον πληθυντικό). Η έντονη εκφραστικότητα στην εκδήλωση συναισθημάτων. –Για να είμαι ειλικρινής, με ενόχλησαν οι διαχύσεις του μπροστά στον διευθυντή μου.
- διυλίζω: εξετάζω σχολαστικά, υπεραναλύω. –Βρε Μάκη, άμα κάτσουμε να διυλίσουμε όλες τις λεπτομέρειες της σύμβασης, δεν πρόκειται να την υπογράψουμε ούτε του χρόνου! (πβ. Ματθ. 23,24: ὁδηγοὶ τυφλοί, οἱ διυλίζοντες τὸν κώνωπα, τὴν δὲ κάμηλον καταπίνοντες!)
- ζύμωση: διεργασία. Εντείνονται οι πολιτικές ζυμώσεις ενόψει της κατάθεσης πρότασης μομφής εναντίον της κυβέρνησης.
- καταλύτης: καθοριστικής σημασίας γεγονός ή σημαίνον πρόσωπο. Καταλύτηςγια την προκήρυξη πρόωρων εκλογών υπήρξε η αποκάλυψη ότι ο πρωθυπουργός της γειτονικής χώρας χρηματιζόταν από μεγάλες εταιρείες, προκειμένου αυτές να αποφεύγουν τη φορολόγηση.
- κράμα: συνδυασμός. Οι φωτογραφίες του κορυφαίου καλλιτέχνη αποτελούν κράμα μεταξὐ καθημερινών πορτρέτων και εικαστικών έργων που θυμίζουν αναγεννησιακούς πίνακες ζωγραφικής.
- ξινίζω (όξινος, ξινός): εκφράζω δυσφορία, αποτυπωμένη στο πρόσωπό μου. –Η νύφη μου, όταν βλέπει κάποιον από το σόι μας, ξινίζει τα μούτρα!
- ραφινάτος: (κυριολεκτικά) απαλλαγμένος από προσμείξεις και ξένα στοιχεία (ραφινάτο/ραφινέ/ραφιναρισμένο λάδι) // (μεταφορικά) εξευγενισμένος, εκλεπτυσμένος, λεπτεπίλεπτος. Η γοητευτική ηθοποιός συγκέντρωσε πάνω της τα φλας των δημοσιογράφων, αφού προσήλθε στην πρεμιέρα της ταινίας με ένα ραφινάτο κόκκινο φόρεμα.
- σκουριάζω: παραμένω αδρανής, ακίνητος. –Κάθε απόγευμα πηγαίνω στο πάρκο και τρέχω, γιατί έχω σκουριάσει στο γραφείο.
- σκουριασμένος: υπερσυντηρητικός, απαρχαιωμένος. Οι σκουριασμένες αντιλήψεις του πρωθυπουργού μάς κάνουν να εντείνουμε τον αγώνα μας για ανατροπή της κυβέρνησης, δήλωσε ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης. –Για σκουριασμένα μυαλά έκανε λόγο ο διάσημος σκηνοθέτης, απαντώντας στα επικριτικά σχόλια για την παράσταση που ανέβασε στο θέατρο της Επιδαύρου.
- τοξικός: πολύ αρνητικός. –Τον Σάκη τον μπλοκάρισα στα κοινωνικά δίκτυα γιατί όλα τα σχόλιά του είναι άκρως τοξικά!
- τοξικότητα: συμπεριφορά που έχει ως κύριο χαρακτηριστικό την πρόκληση αρνητικών συναισθημάτων. –Και δεν μιλάς πλέον με τη γυναίκα του αδερφού σου; –Όχι βέβαια! Η τοξικότητά της έχει ξεπεράσει κάθε όριο!
- ώσμωση (όχι όσμωση): η αλληλεπίδραση διαφόρων στοιχείων. Στόχος του ερευνητικού προγράμματος είναι η ώσμωση ιδεών μεταξύ επιστημόνων, ώστε η Τεχνητή Νοημοσύνη να υπηρετεί την ανθρωπότητα και όχι να την απειλεί με αφανισμό.
Χημικές ουσίες και χημικά στοιχεία
- αιθέρας (κυρίως στον πληθυντικό: αιθέρες – η μερικώς ομόηχη/παρώνυμη λέξη αθέρας έχει άλλες σημασίες): τα σύννεφα, ο ουρανός. –Και τώρα, κυρίες και κύριοι, στις οθόνες μας βλέπουμε τα υπερσύγχρονα αεροσκάφη μας να διασχίζουν τους αιθέρες.
- αιθέριος: αέρινος, λεπτεπίλεπτος, υπέρκομψος. Στο πάρτι που έγινε σε πολυτελές κλαμπ, πολλές ήταν οι αιθέριες υπάρξεις που είχαν φτάσει από την προηγούμενη μέρα στο κοσμοπολίτικο νησί.
- άνθρακας: το κάρβουνο. Άνθρακες ο θησαυρός, όπως αποδείχτηκε μετά την αυτοψία των ελεγκτών του Υπουργείου Οικονομικών στο γνωστό κλαμπ, αφού δεν διαπιστώθηκε καμία παράβαση, παρά τις καταγγελίες.
- βινύλιο: (κυριολεκτικά) χημική ουσία που χρησιμοποιείται στην παραγωγή πλαστικών // (συνεκδοχικά) ο δίσκος πικάπ που είναι κατασκευασμένος με αυτό το υλικό. –Όλο το σπίτι μου είναι γεμάτο βινύλια, αλλά είμαι βέβαιος ότι θα καταλήξουν στον παλιατζή όταν πεθάνω…
- βιτριολικός: (κυριολεκτικά) αυτός που περιέχει θειικό οξύ// (μεταφορικά) οξύτατος, αιχμηρός, καυστικός. Από το βιτριολικό χιούμορ του γνωστού ηθοποιού δεν γλίτωσαν ούτε οι θεατές της παράστασης! // –Το βιτριολικό σχόλιο που έκανε για τα κιλά μου με έκανε να κόψω κάθε επαφή μαζί της! // –Παρά τις επικρίσεις που δέχεται ο γνωστός ηθοποιός για το χιούμορ του, η βιτριολική σάτιρά του παραπέμπει ευθέως στον Αριστοφάνη.
- γύψος: (κυριολεκτικά) ορυκτό ένυδρο θειικό ασβέστιο σε στερεή μορφή ή σκόνη // (συνεκδοχικά) ο ιατρικός νάρθηκας για την αντιμετώπιση κατάγματος // (μεταφορικά) η κατάλυση της δημοκρατίας και η εγκαθίδρυση απολυταρχικού καθεστώτος κατά τη διάρκεια της Επταετίας. Στο βιβλίο ο γνωστός ηθοποιός καταγράφει τα βιώματά του τότε που η Ελλάδα βρισκόταν στον γύψο.
- ναφθαλίνη: (κυριολεκτικά) αρωματικός υδρογονάνθρακας με λευκό χρώμα και κρυσταλλική μορφή // (μεταφορικά) οτιδήποτε παραπέμπει στον συντηρητισμό, σε κάτι που είναι ξεπερασμένο. «Όσο κι αν θέλετε να αυτοπροβληθείτε ως προοδευτικός αρχηγός κόμματος, οι ιδέες σας μυρίζουν ναφθαλίνη», τόνισε από το βήμα της Βουλής ο πρωθυπουργός. // –Αντί να προσλάβουν έναν νέο άνθρωπο για πρόεδρο του οργανισμού, έβγαλαν από τη ναφθαλίνη έναν ομότιμο καθηγητή 80 ετών!
- οξυγόνο: (μεταφορικά) ο καθαρός αέρας. Ήμουν δυο μήνες στο χωριό. Χόρτασα οξυγόνο! // το ζωτικό στοιχείο. «Η μουσική αποτελεί για εμένα το οξυγόνο της ζωής μου», δήλωσε ο κορυφαίος τραγουδοποιός.
- πίσσα: λέξη συνώνυμη του απολύτως μαύρου. –Με τις κουβέντες ούτε καταλάβαμε πώς πέρασε η ώρα… Βγαίνουμε απ’ το καλύβι του μπάρμπα μου… Πίσσα σκοτάδι!
- στουπέτσι: (κυριολεκτικά) ο ανθρακικός μόλυβδος, που παλαιότερα χρησιμοποιούνταν για την παραγωγή λευκού χρώματος. –Πολύ τσιγκούνης ο διευθυντής του σχολείου! Φοράει κάτι παλιά παπούτσια λες και τα ’χει βάψει με στουπέτσι… // (μεταφορικά) οτιδήποτε έχει λευκό χρώμα και είναι κακής ποιότητας. –Αυτό που βάλατε στη χωριάτικη δεν είναι φέτα, είναι στουπέτσι!
- υδράργυρος: η θερμοκρασία. Κατακόρυφα ανεβαίνει ο υδράργυρος τις επόμενες ημέρες.
Χώρος και όργανα της Χημείας
- λαμπίκος: μολονότι η λέξη είναι ευρύτατα γνωστή με την επιρρηματική της χρήση (Το έκανα λαμπίκο το δωμάτιό σου!), η κυριολεκτική σημασία είναι εν πολλοίς άγνωστη: ο άμβυκας για απόσταξη. Η λέξη προήλθε ως αντιδάνειο από την αραβική: άμβυκας – alambik – λαμπίκος.
- μικροσκόπιο: ο λεπτομερής έλεγχος. Στο μικροσκόπιο του Υπουργείου Οικονομικών μπαίνουν πλέον όλοι οι ταξιτζήδες, οι οποίοι συνήθως δεν κόβουν αποδείξεις.
- σταγονόμετρο: σε πολύ μικρές δόσεις, με φειδώ. Με το σταγονόμετρο η ενημέρωση από το Υπουργείο Άμυνας για την έκρηξη που σημειώθηκε το πρωί στο στρατιωτικό φυλάκιο.
- του σωλήνα: για κάθε τι που γίνεται με τεχνητό τρόπο. Το πρώτο παιδί του σωλήνα προκάλεσε παγκοσμίως τεράστια κύματα χαράς σε άτεκνα ζευγάρια.
Μέταλλα
Μολονότι στο άρθρο αυτό θα μπορούσαν να μπουν και λέξεις από πολλά συναφή προς τη Χημεία πεδία, θα αναφερθούμε ακροθιγώς μόνο στα μέταλλα, επειδή η χρήση τους διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στη ζωή και την ιστορία του ανθρώπου (είναι ενδεικτικό ότι με αυτά ονοματοδοτήθηκαν ολόκληρες ιστορικές περίοδοι: Εποχή του Μετάλλου, Εποχή του Χαλκού, Εποχή του Σιδήρου).
- ατσάλινος: πολύ ισχυρός. Μετά την ολοκλήρωση της στρατιωτικής παρέλασης, ο υπουργός Άμυνας τόνισε την ατσάλινη θέληση των Ενόπλων Δυνάμεων για την προάσπιση της εθνικής μας ακεραιότητας.
- μάλαμα: χρυσάφι. –Κυρία Ευτέρπη μου, μάλαμα ο γαμπρός σας! Αχ, η κόρη μου ήταν άτυχη στον γάμο…
- μέταλλο: η ιδιότητα διαυγούς και πολύ δυνατής φωνής. Έχει μέταλλο η φωνή του // Μια από τις γνωστότερες μεταλλικές φωνές του ελληνικού πενταγράμμου σίγησε για πάντα…
- μπακίρι: (κυριολεκτικά) ο χαλκός // (μεταφορικά) ευτελούς αξίας μεταλλικό αντικείμενο. –Φαίνεται απ’ τη φωτογραφία ότι είναι μπακίρι το κόσμημα που της πήρε ο αρραβωνιαστικός της για τα γενέθλιά της.
- μπρούντζινος: (μπρούντζος: κράμα χαλκού και κασσίτερου, ο ορείχαλκος) μεταφορικά, ο μελαχρινός. Μετά τις καλοκαιρινές διακοπές, η γνωστή παρουσιάστρια εθεάθη με μπρούντζινο χρώμα σε γνωστό εστιατόριο της Θεσσαλονίκης.
- σιδερένιος: απολύτως υγιής. –Σιδερένιος, Στέφανε! (ευχή για αποκατάσταση υγείας)
- σιδεροκέφαλος: ψυχοπνευματικά υγιέστατος. Η λέξη χρησιμοποιείται για ευχή σε πρόσωπο που αναλαμβάνει καθήκοντα, διορίζεται κ.ο.κ. –Χριστίνα μου, σιδεροκέφαλη!
- ξεγάνωτος: αυτός που δεν έχει «γανωθεί», δηλ. δεν έχει καθαριστεί με ειδική διαδικασία επικασσιτέρωσης από τον ειδικό τεχνίτη (γανωτή/καλαντζή). Σημειωτέον ότι ο τενεκές δεν υφίσταται τέτοια διαδικασία, όπως π.χ. τα χάλκινα αντικείμενα. –Φύγε από ’δώ, ρε τενεκέ ξεγάνωτε! Όπου γουστάρω θα παρκάρω!
- τενεκές: (κυριολεκτικά) ο λευκοσίδηρος // (συνεκδοχικά) το δοχείο που είναι κατασκευασμένο από αυτό το υλικό // (μεταφορικά) ο αστοιχείωτος άνθρωπος, ο ανυπόληπτος. –Ποτέ να μην ξαναπατήσεις στην ταβέρνα μου! Τενεκέ! Θα με μάθεις εσύ πώς να ψήνω τα παϊδάκια…
- χρυσός: εξαιρετικός. –Χρυσό παιδί ο Νίκος, αλλά κάκιστη η επιλογή της γυναίκας του. // λατρεμένος. // –Ο γιος μου άρχισε να μιλάει… –Άχου, το χρυσό μου!
Παράγωγες λέξεις: χρυσοτόκος όρνιθα, χρυσώνω το χάπι, χαλκευμένη είδηση, χρυσή (κατ’ ευφημισμόν ο ίκτερος), χαλυβδώθηκε (ενισχύθηκε) το αγωνιστικό φρόνημα των μαχητών κ.ά.
Λαϊκές ονομασίες, κύρια ονόματα και τοπωνύμια
Αξίζει επίσης να αναφερθεί η διαδεδομένη χρήση λαϊκών λέξεων για την ονοματοδοσία χημικών στοιχείων και παραγώγων (κυρίως μέσω λέξεων της τουρκικής γλώσσας), όπως: βιτριόλι το θειικό οξύ, καλάι ο κασσίτερος, κεζάπι ή σπίρτο το υδροχλωρικό οξύ, μαντέμι ο χυτοσίδηρος κ.ά.
Τέλος, σχετικά με τον κλάδο της Χημείας υπάρχουν πολλά επώνυμα, προερχόμενα κυρίως από τον χώρο των μετάλλων (Αδαμαντίδης, Αργυριάδης, Ασημακόπουλος, Ατσάλης, Καλαντζής, Μεταλλίδης, Σιδηρόπουλος, Σμαραγδής), ονόματα (Ασημένια, Ασημάκης, Αργύρης, Διαμαντής, Ζαφείρης, Κρυσταλλία, Μαλαματένια/Μαλάμω, Ρουμπίνη, Χρυσή…), όπως επίσης και τοπωνύμια (Ασβεστοχώρι Θεσσαλονίκης, Ασημοχώρι Καρδίτσας και Ιωαννίνων, Μαγνησία, Σιδηρόκαστρο Σερρών, Σιδηρώ Έβρου, Χάλκη Δωδεκανήσων, Χρυσούπολη Καβάλας κ.ά.).
Η Χημεία και ο άνθρωπος…
Τελικά, αν όλα ανάγονται στη Χημεία, αν όλα αναλύονται σε χημικά στοιχεία και ενώσεις, τότε τι μένει για τον ίδιο τον άνθρωπο; Γράφει ο ποιητής Γ. Σουρής:
Μια ‘μέρα που δεν είξευρα τι διάβολο να κάνω
τα δάκρυά μου σε βαθύ εστράγγισα ποτήρι,
και μια και δυο ‘στόν Χημικό τα ‘πήγα Χρηστομάνο
και κάνε μου, παρακαλώ, του είπα, το χατήρι
να τ’ αναλύσης και να ‘βρης πώς είναι καμωμένα,
για να μην κλαίω ‘στό εξής κι’ εγώ εις τα χαμένα.
Κι’ ο Χημικός μ’ απήντησε «αυτά, ξερό κεφάλι,
δεν είναι άλλο τίποτε παρά χλωρούχον κάλι».
Αλλά αυτό που μετατρέπει το χλωριούχο κάλιο σε δάκρυα, καρπό ανθρώπινου αισθήματος, είναι ακριβώς η ιδιαιτερότητα του ανθρώπινου προσώπου, που, ως κορωνίδα της δημιουργίας, δίνει ζωή και νόημα σε όλα τα υλικά στοιχεία που περιβάλλουν τη ζωή του. Κάτι τέτοιο ίσως να υπονοεί ο ποιητής με τους παραπάνω γλυκόπικρους –αν και κρυμμένους κάτω από σατιρικό πέπλο– στίχους του.
__________________________
*Ο Βασίλης Μαλισιόβας είναι φιλόλογος – επιμελητής εκδόσεων και συγγραφέας.
LinkedIn: Vasilis Malisiovas