Μικρά του 1821 (Ι)
«Είναι δυνατός ο θεός.»
«Ἐκεῖ ὁποὔ ύφκειανα τῆς θέσες εἰς τοὺς Μύλους ἦρθε ὁ Ντερνὺς νὰ μὲ ἰδῆ. Μοῦ λέγει: «Τί κάνεις αὐτοῦ; Αὐτὲς οἱ θέσες εἶναι ἀδύνατες· τί πόλεμον θὰ κάμετε μὲ τὸν Μπραΐμη αὐτοῦ; – Τοῦ λέγω, εἶναι ἀδύνατες οἱ θέσες κ᾿ ἐμεῖς, ὅμως εἶναι δυνατὸς ὁ Θεὸς ὁποῦ μας προστατεύει· καὶ θὰ δείξωμεν τὴν τύχη μας ῾σ αὐτὲς τῆς θέσες τῆς ἀδύνατες. Κι᾿ ἂν εἴμαστε ὀλίγοι εἰς τὸ πλῆθος τοῦ Μπραΐμη, παρηγοριώμαστε μ᾿ ἕναν τρόπον, ὅτι ἡ τύχη μας ἔχει τοὺς Ἕλληνες πάντοτε ὀλίγους. Ὅτι ἀρχὴ καὶ τέλος, παλαιόθεν καὶ ὡς τώρα, ὅλα τὰ θερία πολεμοῦν νὰ μᾶς φᾶνε καὶ δὲν μποροῦνε· τρῶνε ἀπὸ ῾μάς καὶ μένει καὶ μαγιά. Καὶ οἱ ὀλίγοι ἀποφασίζουν νὰ πεθάνουν· κι᾿ ὅταν κάνουν αὐτείνη τὴν ἀπόφασιν, λίγες φορὲς χάνουν καὶ πολλὲς κερδαίνουν. Ἡ θέση ὁποῦ εἴμαστε σήμερα ἐδῶ εἶναι τοιούτη· καὶ θὰ ἰδοῦμεν τὴν τύχη μας οἱ ἀδύνατοι μὲ τοὺς δυνατούς. – «Τρὲ μπιεν», λέγει κι ἀναχώρησε ὁ ναύαρχος.»
Στρατηγού Μακρυγιάννη. Απομνημονεύματα.

«Ημείς δεν προσκυνούμε.»
Ο Κολοκοτρώνης γράφει προς τον Ιμπραήμ πασά: «Αὐτὸ ὁποὺ μᾶς φοβερίζεις, νὰ μᾶς κόψεις καὶ κάψεις τὰ καρποφόρα δένδρα μας, δὲν εἶναι τῆς πολεμικῆς ἔργον, διατὶ τὰ ἄψυχα δένδρα δὲν ἐναντιώνονται εἰς κανένα, μόνον οἱ ἄνθρωποι ὁποὺ ἐναντιώνονται ἔχουνε στρατεύματα καὶ σκλαβώνεις· καὶ ἔτζι εἶναι τὸ δίκαιον τοῦ πολέμου· μὲ τοὺς ἀνθρώπους καὶ ὄχι μὲ τὰ ἄψυχα δένδρα· ὄχι τὰ κλαριὰ νὰ μᾶς κόψεις, ὄχι τὰ δένδρα, ὄχι τὰ σπίτια ποὺ μᾶς ἔκαψες, μόνον πέτρα ἀπάνω στὴν πέ-τρα νὰ μὴν μείνει, ἡμεῖς δεν προσκυνούμε.»
Θεόδωρος Κολοκοτρώνης. Διήγησις συμβάντων της ελληνικής φυλής.

«Ωρκίσθην να ζήσω ή ν’ αποθάνω.»
«Ο Παπαδιαμαντόπουλος εκ Πατρών, εξέχων μέλος της Φιλικής Εταιρείας, ήτο εις εκ των εκτελεστικών επιτρόπων των διαπιστευθέντων την Διοίκησιν της Δυτικής Ελλάδας. Οι φίλοι του εκεί τον προέτρεπον να μείνη, λέγοντες ότι, επειδή δεν ήτο πολεμιστής, θα ηδύνατο να βοηθήση εις την παράτασιν της αμύνης του Μεσολογγίου αποτελεσματικώτερον μένων εν Ζακύνθω, όπως επωφελείται πάσαν ευκαιρίαν εις το να διαπέμπη χορηγίας μάλλον ή αν υπηρέτει εντός της πολιορκουμένης πόλεως. Αλλ’ ο ευγενής γέρων εφίμωσεν πάσαν αντιλογίαν δι’ ενός απλού λόγου: “Εκάλεσα τους συμπολίτας μου να λάβωσιν τα όπλα εναντίον των Τούρκων, και ωρκίσθην να ζήσω ή ν’ αποθάνω μαζί των. Ιδού η ώρα να τηρήσω την υπόσχεσίν μου.” Επέστρεψεν εις το Μεσολόγγι και απέθανεν ηρωικώς εις την τελειωτικήν έξοδον.»
Γεώργιος Φίνλεϋ. Ιστορία της Ελληνικής Επανάστασης. Μετάφραση: Αλ. Παπαδιαμάντης. Εκδ. Βουλής των Ελλήνων, 2008.