13 Σεπτεμβρίου 2014 at 14:34

Αμφιλόχιος του Παρασκευά: ένας μυστικιστής στην Κοζάνη του 18ου αιώνα

από

Αμφιλόχιος του Παρασκευά: ένας μυστικιστής στην Κοζάνη του 18ου αιώνα

Ερώτησις – Αληθεύουσι τα χρησμοδοτούμενα παρ Αμφιλοχίου ή ου;

          Απόκρισις – Ψεύδεται άντην γέρος φθειροταμίας

                      Μάτην φοιβάζων κατά θείας προνοίας.

Δημοσιεύουμε, σε νεοελληνική απόδοση, αποσπάσματα από το βιβλίο του φιλολόγου Παναγιώτη Λιούφη Ιστορία της Κοζάνης, έκδοση 1924.

Κείμενο: Παναγιώτης Λιούφης

απόδοση στα νέα ελληνικά: Δημήτρης Τζήκας*

Ανάμεσα στους πολλούς δασκάλους που βιογραφεί ο φιλόλογος Παναγιώτης Λιούφης στη  Ιστορία της Κοζάνης (1924) αξίζει να σημειώσουμε το όνομα του Αμφιλόχιου του Παρασκευά, ο οποίος έφερε και το προσωνύμιο ακόνη. Ο εν λόγω διδάσκαλος και μοναχός δίδαξε για πολλά χρόνια στην Σχολή της Κοζάνης και σε άλλες περιοχές και η επίδρασή του στην ελληνική παιδεία των χρόνων εκείνων είναι νομίζουμε σημαντική. Μαθητές του από την Κοζάνη, γνωστοί για την παιδεία τους, υπήρξαν οι δυο εγγονοί του Ιωάννη Σακελλάριου, ο Ιωάννης του Δημητρίου και ο Γεώργιος του Κωνσταντίνου, οι Μανουήλ Μουράτης, Γεώργιος Λούιας, Δημήτριος, Δημήτριος Χατζηπέιου, Γεώργιος Πασχαλιάς, Γεώργιος Παπαδόπουλος, Γεώργιος Ιωαννάκη Σακελλαρίου (ιερέας), Χρύσανθος ιεροδιάκονος, ο μετέπειτα αρχιερέας στη Βέροια και έπειτα στις Σέρρες (αυτός παρακολούθησε στη Θεσσαλονίκη τα μαθήματα του Ιωνά του Σπαρμιώτη και άλλους δασκάλους, διέπρεπε δε επί σοφία και ήταν έξοχος στα μαθηματικά), οι Δημήτριος Ιωάννου Τακιατζής, Νικόλαος Τακιατζής, Χαρίσιος Μεγδάνης, Μιχαήλ. Αναστ. Περδικάρης, ο οποίος παρακολούθησε και τις παραδόσεις του Θωμά Οικονόμου από την Καστοριά. Σύμφωνα με τον Λιούφη, ο Αμφιλόχιος μυήθηκε στη Μυστικοχημεία την περίοδο που βρισκόταν στην Ουγγαρία: «…ο άνδρας ήταν λιτός και απέριττος στον βίο του, απλός στους τρόπους και ακέραιος. Ασχολήθηκε ακόμη για πολλά χρόνια με την Μυστικοχημεία, για την οποία ξόδεψε ότι είχε και δεν είχε, την περίοδο που ζούσε στην Ουγγαρία. Ερευνώντας όμως για να ανακαλύψει κάτι ωφέλιμο για το σκοπό του, βρήκε μια μυστική μέθοδο με την οποία μπορούσε να εκδίδει χρησμούς περί όσων πρόκειται να συμβούν στο μέλλον, για κάθε δεδομένη ερώτηση που είχε διατυπωθεί με συντομία και λίγες συλλαβές. Αλλά την μέθοδό του δεν την έκανε γνωστή σε κανέναν από τους μαθητές του. Έλεγε δε ότι ανακάλυψε κάποιες ατελείς αρχές σε ένα παλαιογραφικό βιβλίο και ότι, αφού εργάστηκε ο ίδιος με πολλές δυσχέρειες, βρήκε το όργανο της μεθόδου, σύμφωνα με την οποία οι απαντήσεις συγκροτούνταν στα Ελληνικά, σε μορφή ιαμβικών στίχων και ότι στην πρώτη μορφή της μεθόδου, πριν επιφέρει ο ίδιος διορθώσεις, προέκυπταν αποκρίσεις ακατάληπτες και οι λέξεις φαίνονταν να προέρχονται από άλλη γλώσσα.»

Έλεγε δε ότι ανακάλυψε κάποιες ατελείς αρχές σε ένα παλαιογραφικό βιβλίο και ότι, αφού εργάστηκε ο ίδιος με πολλές δυσχέρειες, βρήκε το όργανο της μεθόδου, σύμφωνα με την οποία οι απαντήσεις συγκροτούνταν στα Ελληνικά, σε μορφή ιαμβικών στίχων και ότι στην πρώτη μορφή της μεθόδου, πριν επιφέρει ο ίδιος διορθώσεις, προέκυπταν αποκρίσεις ακατάληπτες και οι λέξεις φαίνονταν να προέρχονται από άλλη γλώσσα
Έλεγε δε ότι ανακάλυψε κάποιες ατελείς αρχές σε ένα παλαιογραφικό βιβλίο και ότι, αφού εργάστηκε ο ίδιος με πολλές δυσχέρειες, βρήκε το όργανο της μεθόδου, σύμφωνα με την οποία οι απαντήσεις συγκροτούνταν στα Ελληνικά, σε μορφή ιαμβικών στίχων και ότι στην πρώτη μορφή της μεθόδου, πριν επιφέρει ο ίδιος διορθώσεις, προέκυπταν αποκρίσεις ακατάληπτες και οι λέξεις φαίνονταν να προέρχονται από άλλη γλώσσα

Οι πλούσιες κι ευφάνταστες χρησμοδοτικές επιδόσεις του μοναχού, όπως θα δούμε και στη συνέχεια, προκάλεσαν την επέμβαση της Εκκλησίας, και ο αρχιερέας Θεόφιλος τον κάλεσε, παρουσία μαρτύρων, ν’ αποδείξει ότι η μέθοδός του δεν ήταν αποτέλεσμα της ενέργειας σκοτεινών και σατανικών δυνάμεων. Παραθέτουμε στη συνέχεια κάποια εκτενή σχετικά αποσπάσματα από το έργο του Λιούφη, σε νεοελληνική απόδοση:

Αμφιλόχιος, ο του Παρασκευά (1783)

          Μετά την αποχώρηση του Στέφανου Σταμκίδη, διδάσκαλος στη Σχολή της Κοζάνης προσελήφθη ο Αμφιλόχιος ο του Παρασκευά, ιερομόναχος της μονής Θεοτόκου στην Ελασσόνα, Ιωαννίτης την πατρίδα, μαθητής του Μπαλάνου Βασιλόπουλου του αρχιπρεσβυτέρου, οπαδός της παλαιάς λεγόμενης φιλοσοφίας και πιστός φατριαστής, μαζί με το δάσκαλό του, εναντίον της νεότερης φιλοσοφίας και του εισηγητή της Ευγένιου, τα μαθήματα του οποίου δεν αποδεχόταν. Ο Μπαλάνος καταπολεμούσε το σύστημα των Ιωαννίνων, σε αντίθεση με τον γιό του Κοσμά Μπαλάνο, ο οποίος βάδιζε μάλλον την μέση οδό και δίδασκε επιλεκτικά. Όμως, το σύστημα για τη διδασκαλία της αρχαίας Φιλοσοφίας προσείλκυε πλέον λίγους οπαδούς και οι νέοι μαθητές του Μπαλάνου και του Αμφιλόχιου προτιμούσαν μάλλον τους νεότερους φιλοσόφους, γι’ αυτό διάβαζαν τα συγγράμματα του Ευγένιου και μεταφράσεις Ευρωπαίων σοφών.

          Αλλά ο Μπαλάνος ούτε αναγνώριζε ότι υπάρχει παλαιά και νέα φιλοσοφία, ούτε το όνομα του Ευγένιου άκουγε ήσυχα και χωρίς να ταράζεται, κι όσο απλός ήταν σε όλα τα άλλα, τόσο άκαμπτος παρέμενε στο πάθος που αναπτύχθηκε τότε στη Σχολή εναντίον της Σχολής του Ευγένιου. Εξαιτίας αυτού, και ο λεξικογράφος Γεώργιος, ο οποίος συνέταξε κατάλογο των σχολείων της Ελλάδας εκείνη την περίοδο, στα προλεγόμενα του λεξικού του που εκδόθηκε στη Βενετία, δεν συγκαταλέγει την Σχολή της Κοζάνης (αν και αναφέρει το σχολείο της γειτονικής Σιάτιστας). Και τούτο γιατί σ’ αυτήν δίδαξε ο αείμνηστος Ευγένιος και διέδωσε το φιλοσοφικό του σύστημά, το οποίο ήταν περισσότερο γνωστό από το σύστημα της Μπαλαναίας Σχολής.

          Ο Αμφιλόχιος δίδαξε αρκετά χρόνια στον Τύρναβο της Θεσσαλίας, στη συνέχεια μετέβη στα Βοδενά και από ‘κει στη Νάουσα, από την οποία αποχώρησε, αφού έγινε πνευματικός εφημέριος των ομογενών εμπόρων στην Ουγγαρία και διδάσκαλος των παιδιών τους. Επιστρέφοντας στη μονή της Ολυμπιώτισσας, προσκλήθηκε το 1779 ως οικοδιδάσκαλος στην Κοζάνη, στο σπίτι του Ιωάννη Σακελλάριου. Μετά από τέσσερα χρόνια, το 1783, έγινε Δημόσιος Διδάσκαλος και εργάστηκε μέχρι το 1797.

Ο Μεγδάνης παρατηρεί ακόμη ότι στους στίχους των χρησμών του Αμφιλόχιου εμφανίζονταν (συνήγοντο) συχνά λέξεις ελληνικές ασυνήθιστες, άγνωστες και σ’ αυτόν και στους άλλους, ώστε χρειάζονταν λεξικά για να τις ερμηνεύσουν και πολλές φορές ούτε σ’ αυτά βρίσκονταν, όπως η λέξη Πορδύλας. Αυτά νομίζουμε είναι αρκετά, σχετικά με τις χρησμοδοτήσεις του Αμφιλόχιου.

          Μαθητές του από την Κοζάνη, γνωστοί για την παιδεία τους, υπήρξαν οι δυο εγγονοί του Ιωάννη Σακελλάριου, ο Ιωάννης του Δημητρίου και ο Γεώργιος του Κωνσταντίνου, οι Μανουήλ Μουράτης, Γεώργιος Λούιας, Δημήτριος, Δημήτριος Χατζηπέιου, Γεώργιος Πασχαλιάς, Γεώργιος Παπαδόπουλος, Γεώργιος Ιωαννάκη Σακελλαρίου (ιερέας), Χρύσανθος ιεροδιάκονος, ο μετέπειτα αρχιερέας στη Βέροια και έπειτα στις Σέρρες (αυτός παρακολούθησε στη Θεσσαλονίκη τα μαθήματα του Ιωνά του Σπαρμιώτη και άλλους δασκάλους, διέπρεπε δε επί σοφία και ήταν έξοχος στα μαθηματικά), οι Δημήτριος Ιωάννου Τακιατζής, Νικόλαος Τακιατζής, Χαρίσιος Μεγδάνης, Μιχαήλ. Αναστ. Περδικάρης, ο οποίος παρακολούθησε και τις παραδόσεις του Θωμά Οικονόμου από την Καστοριά. Και άλλοι μαθήτευσαν κοντά στον Αμφιλόχιο, επειδή τους προσέλκυσε η έξοχη παιδεία του. Ο Αμφιλόχιος ονομαζόταν και «ακόνη», επειδή γνώριζε πολύ καλά τους συγγραφείς που δίδασκε, τους ανέλυε κριτικά και διευκρίνιζε με σαφήνεια τις διαφορές μεταξύ τους, είχε όμως δυσκολία στην έκφραση (ην δυσέκφραστος). Ενώ δίδασκε ρητορική, ούτε μία περίοδο δεν μπορούσε να εκφράσει με ρητορικό τρόπο και ενώ παρέδιδε ποίηση, ούτε έναν στίχο δεν μπορούσε να συνθέσει ολόκληρο, γνώριζε όμως να διαλέγει τα πιο επιτυχημένα και εξαίρετα παραδείγματα από βιβλία (τόπους) άλλα, διαφορετικά από τα συγγράμματα του Αριστοτέλη, του Πλάτωνα και του Εμπειρικού Σέξτου. Επιπλέον, ο άνδρας ήταν λιτός και απέριττος στον βίο του, απλός στους τρόπους και ακέραιος. Ασχολήθηκε ακόμη για πολλά χρόνια με την Μυστικοχημεία, για την οποία ξόδεψε ότι είχε και δεν είχε, την περίοδο που ζούσε στην Ουγγαρία. Ερευνώντας όμως για να ανακαλύψει κάτι ωφέλιμο για το σκοπό του, βρήκε μια μυστική μέθοδο με την οποία μπορούσε να εκδίδει χρησμούς περί όσων πρόκειται να συμβούν στο μέλλον, για κάθε δεδομένη ερώτηση που είχε διατυπωθεί με συντομία και λίγες συλλαβές. Αλλά την μέθοδό του δεν την έκανε γνωστή σε κανέναν από τους μαθητές του. Έλεγε δε ότι ανακάλυψε κάποιες ατελείς αρχές σε ένα παλαιογραφικό βιβλίο και ότι, αφού εργάστηκε ο ίδιος με πολλές δυσχέρειες, βρήκε το όργανο της μεθόδου, σύμφωνα με την οποία οι απαντήσεις συγκροτούνταν στα Ελληνικά, σε μορφή ιαμβικών στίχων και ότι στην πρώτη μορφή της μεθόδου, πριν επιφέρει ο ίδιος διορθώσεις, προέκυπταν αποκρίσεις ακατάληπτες και οι λέξεις φαίνονταν να προέρχονται από άλλη γλώσσα.

Λέει ο Χαρίσιος Μεγδάνης: «Παρ’ όλο που η μέθοδος δεν κοινοποιήθηκε κι έμεινε μυστική, επειδή ήθελε ο ανακαλυπτής με τη γνώση της να διαφέρει από τους άλλους και να υπερέχει, από όσα μπορέσαμε να διαπιστώσουμε με αυτοψία και να πληροφορηθούμε, είμαστε σε θέση να ομολογήσουμε ότι και στα μαντεία των παλαιών δεν δίνονταν όλοι οι χρησμοί εγγράφως μόνον λόγω της πανουργίας των μάντεων, αλλά και επειδή για τις αποκρίσεις εφαρμοζόταν κάποια μέθοδος παρόμοια με αυτή που αναφέραμε, η οποία ανταποκρινόταν με έναν τρόπο στις έννοιες των ερωτήσεων, αν και με τρόπο ως επί το πλείστον συμβολικό, σκοτεινό και αμφίβολο κι όχι πάντα σύμφωνο με την αλήθεια αλλά ψευδόμενο στις περισσότερες περιπτώσεις, γεμάτο παραλογισμούς και λοξές εκφράσεις, γι’ αυτό άλλωστε και ο μαντικώτερος των θεών, ο Απόλλων, ονομαζόταν «Λοξίας.»

Ο Δημήτριος Αργυριάδης, ο οποίος αργότερα ασχολήθηκε με τη μέθοδο του διδασκάλου, επιφέρει την εξής κρίση: «Σε όλες τις ερωταποκρίσεις του Αμφιλόχιου υπάρχει το «μετά τούτο, άρα δια τούτο», ένα αποκύημα από την αφιλόκαλλη βυζαντινή εποχή ή μια σύνθεση, μερικές λέξεις και το μέτρο των στίχων.»

          Με αφορμή τη διεξαγωγή του τότε Γαλλοϊταλικού πολέμου και  για να ελέγξουν τον παραλογισμό του χρησμοδότη οι δάσκαλοι Δημήτριος Αργυριάδης και Θεόδωρος Σαρχατλής έφτιαξαν το εξής:

          Ερώτησις – Πώς αποσοβήσονται τα Ιταλικά;

          Απάντησις- Ορμή των Γάλλων και Ιταλών συμφώνως

                     προς ευχήν έσται και μάχης τέλος πέλει.

Και άλλο:

          Δύο αυτώ συμβάλλετον καθ άπαξ

          ο μεν πεσείται, τον άλλον δε στέψει η νίκη.

Δηλαδή πράγματα αμφίλογα και σκοτεινά.

          Ο Χαρίσιος Μεγδάνης εξακολουθεί να βεβαιώνει και να λέει ότι «[…] ο Αμφιλόχιος ήταν πολύ εξασκημένος στη μέθοδο του (ικανήν έξιν), την είχε πρόχειρη κάθε στιγμή και έδινε μέσα σε λίγη ώρα απαντήσεις στα ερωτήματα. Όμως, ο τότε αρχιερέας Θεόφιλος γνώριζε ότι αυτός ήταν ανίκανος να συνθέσει ο ίδιος με το μυαλό του ακόμα και τις ερωτήσεις, πολύ δε περισσότερο τις αποκρίσεις, και μάλιστα έτοιμες σε στίχους· λόγω αυτής της απορίας, υποπτεύθηκε μήπως ενεργεί σ’ αυτόν κάποια δαιμονική δύναμη, τον επιτίμησε να κάνει το χρέος του, να πάψει να δίνει χρησμούς και τον ανάγκασε να φανερώσει τον τρόπο του, αν είναι αθώος, – καθώς αυτός πρόβαλλε τις δικαιολογίες του με όρκους για την καθαρότητα της συνείδησής του ως προς αυτό, και βεβαίωνε ότι πρόκειται για μέθοδο και όχι κάτι διαφορετικό. Και τότε, παρουσία του αρχιερέα και άλλων, αφού έλαβε ένα ερώτημα, σχεδίασε έναν σταυρό σε τετράγωνο χαρτί, στις δύο ανώτερες γωνίες σημείωσε δύο γράμματα του αλφαβήτου, στις δύο κατώτερες γωνίες έγραψε δύο αριθμούς, και βλέποντας αυτά ταυτόχρονα με την ερώτηση άρχισε να συνάγει σε συλλαβές και στίχους την απάντηση. Στη συνέχεια, έκανε το ίδιο για άλλο και άλλο ερώτημα και καθώς οι υποθέσεις των ερωτήσεων αφορούσαν διαφορετικά θέματα κάθε φορά, αυτός σημείωνε τα στοιχεία και τους αριθμούς, όχι τα ίδια πάντοτε. Ύστερα, επειδή καυχιόταν για την ανακάλυψη του και την έκρυβε θέλοντας να φαίνεται ότι με τη γνώση της υπερτερεί από τους άλλους, ένας από τους μορφωμένους (τις των πεπαιδευμένων) θέλησε να τον ερεθίσει και έπλεξε το ακόλουθο ερώτημα και την απάντηση, κατά μίμηση του Αμφιλόχιου:

          Ερώτησις – Αληθεύουσι τα χρησμοδοτούμενα παρ Αμφιλοχίου ή ου;

          Απόκρισις – Ψεύδεται άντην γέρος φθειροταμίας

                      Μάτην φοιβάζων κατά θείας προνοίας.

και αφού μιμήθηκε τον γραφικό χαρακτήρα του χρησμοδότη (το ιδιόχειρον του γραψίματος), κοινοποίησε τον χρησμό ως δικό του. Ο Αμφιλόχιος, επειδή ταράχτηκε ιδιαίτερα από τον δεύτερο στίχο, παρουσίασε επιτέλους το επιτήδευμά του ενώπιον του Θεόφιλου και άλλων σπουδαγμένων, για να βεβαιωθούν τελείως και να πληροφορηθούν ότι πρόκειται για μια μέθοδο, δηλαδή Κανόνιον, ένα τετράγωνο διαιρεμένο και στις δύο πλευρές του σε 24 κουτάκια (οίκους), συνολικά 24 Χ 24 = 576 μικρά τετράγωνα. Πάνω σε αυτό ήταν γραμμένο το αλφάβητο με κάποια κανονική τάξη, από ένα γράμμα σε κάθε τετραγωνάκι. Με την κατασκευή αυτή και τον σταυρό που αναφέραμε, επεξεργάστηκε τις αποκρίσεις στα ερωτήματα που δόθηκαν, καθώς και την απάντηση στο πλαστό ερώτημα που είπαμε, ενώ έβλεπαν όλοι· το έκανε όμως με τέτοιο τρόπο, ώστε άπαντες μεν κατανόησαν ακριβώς και αναμφίβολα ότι ακολουθούσε ορισμένη Μέθοδο, αλλά κανένας δεν μπόρεσε να αντιληφθεί εντελώς ποιες οδηγίες εφάρμοσε και με ποιον τρόπο πήρε τα στοιχεία σε τακτική σειρά από το Κανόνιο, προκειμένου να συνθέσει τις αποκρίσεις. Κι, έτσι έγινε γνωστό ότι το πράγμα γινόταν σύμφωνα με κάποιο σύστημα, έμεινε όμως πάλι ανεξήγητο το πώς.»

Η παλιά Κοζάνη, τέλη 19ου αιώνα
Η παλιά Κοζάνη, τέλη 19ου αιώνα

          Ο Μεγδάνης παρατηρεί ακόμη ότι στους στίχους των χρησμών του Αμφιλόχιου εμφανίζονταν (συνήγοντο) συχνά λέξεις ελληνικές ασυνήθιστες, άγνωστες και σ’ αυτόν και στους άλλους, ώστε χρειάζονταν λεξικά για να τις ερμηνεύσουν και πολλές φορές ούτε σ’ αυτά βρίσκονταν, όπως η λέξη Πορδύλας. Αυτά νομίζουμε είναι αρκετά, σχετικά με τις χρησμοδοτήσεις του Αμφιλόχιου.

          Ο Χαρίσιος Μεγδάνης πάλι, ορμώμενος απ’ τα προηγούμενα, εικάζει ότι «και οι αρχαιότεροι περιγραφόμενοι χρησμοί του Αγαθάγγελου, κι άλλοι που αναφέρονται στους βυζαντινούς συγγραφείς ή σώζονται διάσπαρτοι, δεν είχαν αλλού την πηγή τους παρά σε κάποια τέτοια επινόηση. Ο ίδιος ο διδάσκαλος, αν δεν τύχαινε να είναι άνθρωπος απλός και ακέραιος στους τρόπους, αν γνώριζε να χρησιμοποιήσει με περισσότερη πανουργία το επάγγελμά του και να συνθέσει αλληλένδετη συνέχεια με τέτοιους χρησμούς, κι αν ακόμα επεκτεινόταν σε κοσμικές υποθέσεις για αυτά που πρόκειται να γίνουν (εσόμενα), θα τον θεωρούσαν [μάντη], όπως τις Σίβυλλες και τους Βέκκιους. Οι δε χρησμοί του θα φυλάσσονταν ως σπουδαίο κειμήλιο στον κόρφο των απλοϊκών ανθρώπων, όπως οι χρησμοί του Αγαθάγγελου, και ως αποκαλύψεις μιας ανώτερης διάνοιας, ενώ επιτέλους ο ίδιος θα απολάμβανε επιτέλους την φήμη (δόξα) που επιθυμούσε να αποκτήσει, κρατώντας μυστικό τον τρόπο με τον οποίο λειτουργούσε το Κανόνιον του.» [Και στη συνέχεια]: «Σε κάποιους συγγραφείς της βυζαντινής περιόδου διαβάζουμε…… ο δείνα θεμάτιον ποιησάμενος βρήκε το και το. Αυτό λοιπόν το θεμάτιον των βυζαντινών δεν φαίνεται να είναι τίποτα άλλο παρά κάτι που έμοιαζε με το Κανόνιον που αναφέραμε, αφού τέτοιου είδους είναι κι οι προσημειωμένες ερωτήσεις, ο τρόπος εύρεσης και οι αποκρίσεις του Αμφιλόχιου. Άρα, η μέθοδος αυτή είναι βυζαντινό κατασκεύασμα και τίποτε άλλο. Αλλά είναι άξιο περιέργειας πως συνάγεται έτσι η απόκριση, διατυπωμένη μάλιστα σε στίχους με ίσο αριθμό συλλαβών, ώστε η σημασία της να ταιριάζει με τον στόχο της ερώτησης, και πως τηρείται η ευρυθμία των τόνων, όπως συμβαίνει σε πολλές απαντήσεις. Από τα προηγούμενα, εικάζεται ότι το Κανόνιον αυτό βρέθηκε σε εποχή που η Ποιητική είχε χάσει την έμμετρη μορφή της, με μακρά και βραχέα, και διατηρούσε μόνον το ισοσύλλαβο και την εύρυθμη θέση των τόνων στις λέξεις των στίχων. Αξίζει ακόμη να παρατηρήσουμε για όλα αυτά ότι η εν λόγω μέθοδος, αν και δεν αληθεύει πάντοτε, σε πολλά πετυχαίνει και προβλέπει όσα πρόκειται να γίνουν στο μέλλον, όπως παρατηρήθηκε πολλές φορές σε μερικότερες και ιδιωτικές ερωτήσεις.»

Παλιά φωτογραφία της Κοζάνης, 1936
Παλιά φωτογραφία της Κοζάνης, 1936

Πάντως, λόγω αυτή της μαντικής τέχνης του, ο Αμφιλόχιος εκδιώχτηκε το 1795 από τηνΣχολή για επτά μήνες· όταν αργότερα, επί Γεωργίου Αυλιώτη, ξέσπασε διαμάχη μεταξύ των πολιτών, έδωσε χρησμό σε ένα από  τα αντιπολιτευόμενα μέρη, το οποίο συν τω χρόνω επικράτησε και τον ανακάλεσε αμέσως στην έδρα του, όπου έμεινε διδάσκοντας μέχρι το 1797. Αλλά επειδή τότε οι τόκοι των χρημάτων από τη Βενετία που προορίζονταν για τους μισθούς των δασκάλων σταμάτησαν να εισπράττονται και οι κοινές υποθέσεις της πόλης περιήλθαν σε άθλια κατάσταση, εξαιτίας της μεγάλης διχόνοιας, της φρικαλέας στάσης των πολιτών που εκδηλώθηκε, και βεβαίως λόγω της φοβερής πυρκαγιάς που έκαψε την αγορά και πολλά σπίτια, αναγκάστηκε ο Αμφιλόχιος να αποχωρήσει. Ύστερα από την παραίτησή του, μετέβη στη Σχολή Σερβίων και αργότερα δίδαξε για λίγα χρόνια στη Σχολή του Βελβενδού. Όμως, είχε ήδη φτάσει σε έσχατα γηρατειά και επειδή δεν μπορούσε πια να εξασκεί το επίπονο έργο του διδασκάλου, αποχαιρέτησε το τέως έντιμο επάγγελμά και αποσύρθηκε στη μονή της Ολυμπιώτισσας στην Ελασσόνα, όπου και τέλειωσε η ζωή του.

*Ο Δημήτρης Τζήκας είναι δάσκαλος και ιστορικός.Εργάζεται στη δημόσια πρωτοβάθμια εκπαίδευση.

(Εμφανιστηκε 1,333 φορές, 1 εμφανίσεις σήμερα)

Δείτε ακόμη:

3 Σχόλια

  1. Pingback: Ο Κοζανίτης ιατροφιλόσοφος Γεώργιος Κ. Σακελλάριος - Ερανιστής

  2. Pingback: Αμφιλόχι...

  3. Pingback: Ο Κοζανίτης ιερέας και λόγιος Χαρίσιος Μεγδάνης - Ερανιστής

Κάντε ένα σχόλιο

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.