29 Απριλίου 2013 at 08:22

Steven Runciman: Ο Μυστράς

από

Steven Runciman: Ο Μυστράς

Γράφει ο Δημήτρης Τζήκας

Μυστράς
Μυστράς

Σε προηγούμενα σημειώματα αναφερθήκαμε στην Πελοπόννησο, με αφορμή τους αρματολούς και τους κλέφτες.  Ο Βλαχογιάννης και άλλοι μελετητές έδειξαν, πειστικά νομίζουμε, ότι το καθεστώς των αρματολών συναντάται κατεξοχήν στη Στερεά και την Ήπειρο. Οι κλέφτες του Μοριά, Κολοκοτρωναίοι και άλλοι, εξοντώθηκαν στα 1806, στον περιβόητο διωγμό των κλεφτών, είτε εξωθήθηκαν στα Επτάνησα. Αυτά λίγο πριν την έκρηξη του Επανάστασης των Ελλήνων. Ο τρομερός καπετάν Ζαχαριάς, ατυχώς για την Επανάσταση, σκοτώθηκε επίσης νωρίς.

Ο Άγγλος ιστορικός Steven Runciman, πρόεδρος για χρόνια του  αρχαιολογικού ινστιτούτου της χώρας του, ασχολείται με την ιστορία του Μυστρά από την ίδρυσή της πόλης, την λεηλασία της από ορδές Αλβανών ατάκτων στα τέλη του 19ου αιώνα, μέχρι την ολοκληρωτική καταστροφή της από τον Ιμπραήμ πασά στη διάρκεια του Απελευθερωτικού Αγώνα των Ελλήνων.

Ο Μυστράς, η βυζαντινή πρωτεύουσα της Πελοποννήσου, ιδρύθηκε το δέκατο τρίτο αιώνα, μετά την κατάκτηση της χερσονήσου από τους Φράγκους. Για να προστατεύσει τη Σπάρτη από επιδρομές που έκαναν τακτικά οι ανυπότακτες ορεινές φυλές της περιοχής, ο Γουλιέλμος ο Βιλλαρδουίνος, πρίγκιπας της Αχαίας, έκτισε το 1249 το μεγάλο κάστρο στην κορυφή του λόφου που έγινε γνωστό με το όνομα Μυστράς.

 Δέκα χρόνια αργότερα, ο Γουλιέλμος νικήθηκε και αιχμαλωτίσθηκε από το βυζαντινό αυτοκράτορα,  και οι όροι της απελευθέρωσης του περιλάμβαναν και την εκχώρηση του Μυστρά στους Έλληνες του Βυζαντίου. Λίγο αργότερα, ο Μυστράς γίνεται η πρωτεύουσα της ελληνικής επαρχίας της Πελοποννήσου που αποκτούσε όλο και μεγαλύτερη σημασία. Στην ασφαλέστερη, πλέον, πόλη  μετακόμισαν κάτοικοι της Σπάρτης για να προστατεύονται καλύτερα στη διάρκεια των πολύ συχνών εχθροπραξιών μεταξύ των Φράγκων και των Ελλήνων. Η πόλη αυτή την περίοδο διοικείται από Πρίγκιπες της αυτοκρατορικής οικογενείας που φέρουν τον τίτλο του Δεσπότη. Κατά τη διακυβέρνηση τους, ο Μυστράς έγινε ένα σημαντικό κέντρο μάθησης και τεχνών και εστία της πολιτιστικής ανάπτυξης της Ευρώπης. Στο σημερινό σημείωμα θα περιοριστούμε σε όσα γράφει ο Runciman για την περίοδο της Οθωμανικής κατοχής.

Ο Μυστράς, αμέσως μετά την κατάληψη του από τους Οθωμανούς, θα χάσει την παλιά του αίγλη, καθώς  οι περισσότερες από τις μεγάλες οικογένειες της Πελοποννήσου, όπως οι Φραγκόπουλοι ή οι Ραούλ ή Ράλληδες, που είχαν κατοικίες στο Μυστρά, ακολούθησαν τους πρίγκιπές τους στην εξορία, προτιμώντας ως επί το πλείστον να ζήσουν σε μια από τις αποικίες που διατηρούσε ακόμη η Βενετία στην Ελλάδα, στη Μεθώνη ή στο Ναύπλιο ή, ιδιαίτερα, στην Κέρκυρα.

Παλαιός χάρτης της Πελοποννήσου
Παλαιός χάρτης της Πελοποννήσου

Ο πληθυσμός που παρέμεινε στην περιοχή ήταν κυρίως μικροί γαιοκτήμονες και έμποροι. Στα 1540 η Πελοπόννησος χωρίζεται σε δυό σαντζάκ, ένα με έδρα την Πάτρα και ένα  στον Μυστρά:

«Οι μικρότεροι γαιοκτήμονες παρέμειναν στα αγροτικά κτήματά τους και σπάνια έρχονταν στην πόλη. Αλλά ο Μυστράς ήταν ακόμη γεμάτος από εμπόρους και μικρέμπορους. Ήταν η έδρα της παραγωγής μετάξης της κοιλάδας της Σπάρτης, που και οι Τουρκικές αρχές την ενεθάρρυναν. Μέχρι το 1540 ήταν ο αγαπημένος τόπος διαμονής του πασά που διοικούσε το σαντζάκ ή την επαρχία της Πελοποννήσου, αν και κατοικούσε κατά διαστήματα στην Κόρινθο ή στο Λεοντάριο. Το 1540, με την οθωμανική κατάληψη του Ναυπλίου, η πόλη αυτή έγινε η πρωτεύουσα του πασά. Αλλά μια αναδιοργάνωση το 1574, αφού η Βενετία είχε χάσει τις τελευταίες της κτήσεις στην ηπειρωτική Ελλάδα, διαίρεσε την Πελοπόννησο σε δύο σαντζάκ, ένα με έδρα την Πάτρα και ένα με το Μυστρά.»

Χωριστοί μαχαλάδες

Όπως συνέβαινε συχνά σε πόλεις που κατακτούσαν οι Οθωμανοί, οι (πιο εύποροι) Τούρκοι κατοικούν σε χωριστούς μαχαλάδες ή περιοχές, συνήθως στα πιο υγιεινά και απλόχωρα μέρη και σε όσα υπήρχε πόσιμο νερό. Οι Οθωμανοί εγκαθίστανται στην Πάνω πόλη, οι Έλληνες στην Κάτω Πόλη – εκεί μένουν και ξένοι έμποροι -, και μια μικρή αρχικά παροικία Εβραίων ζει στα προάστια:

«Οι Τούρκοι φαίνεται ότι είχαν καταλάβει την Πάνω πόλη. Ο πασάς ζούσε στο παλιό Ανάκτορο των Δεσποτών. Η εκκλησία του Ανακτόρου, η Αγία Σοφία, μετατράπηκε σε τζαμί. Στο κάστρο στην κορυφή του λόφου υπήρχε τώρα μια μεγάλη τουρκική φρουρά, με ένα σπίτι για το στρατιωτικό διοικητή και, ίσως, ένα μικρό τζαμί. Στην Κάτω πόλη οι Έλληνες συνέχιζαν να ζουν ανενόχλητοι. Το προάστιο που εκτεινόταν χωρίς συγκεκριμένο σχέδιο έξω από τα τείχη ήταν ακόμη, κατά το μεγαλύτερο μέρος, κατειλημμένο από ξένους εμπόρους. Υπήρχε εκεί παλιότερα, κατά την εποχή των δεσποτών, μια μικρή παροικία Εβραίων. Κάτω από την κυριαρχία των Τούρκων η παροικία αυτή μεγάλωσε πολύ.»

 Το τιμαριωτικό σύστημα

Χαρακτικό του 1764
Χαρακτικό του 1764

Τα τιμάρια ήταν μεγάλης εκτάσεις αγροτικής γης που παραχωρούσε ο σουλτάνος σε στρατιωτικούς, ως  αντάλλαγμα για την στρατιωτική υπηρεσία που πρόσφερε ο υποψήφιος τιμαριούχος στο οθωμανικό κράτος· ο τελευταίος είχε υποχρέωση να διαθέσει άμεσα υπέρ του σουλτάνου στρατιωτική βοήθεια σε κάθε κρίσιμη περίσταση. Σύμφωνα με το Ράνσιμαν το τιμαριωτικό σύστημα δεν παρατηρήθηκε στην περιοχή γύρω από το Μυστρά:

«Σε πολλά μέρη της Πελοποννήσου, όπως και στην κεντρική Ελλάδα, ο σουλτάνος διένειμε τιμάρια στους παλαίμαχους πολεμιστές του. Ο κάτοχος ενός μεγαλύτερου φέουδου, ο ζαΐμης, έπρεπε να εφοδιάζει το στρατό του σουλτάνου με δέκα πέντε ιππείς πλήρως εξοπλισμένους Ο κάτοχος ενός τιμαρίου έπρεπε να προμηθεύει μόνο δύο (σ.σ.καβαλάρηδες ενόπλους). Αλλά τέτοια τιμάρια δεν δημιουργήθηκαν στην περιοχή γύρω από το Μυστρά.»

Η φορολογία

Ο πληθυσμός, εκτός από μια χούφτα Οθωμανών αξιωματούχων, ήταν ελληνικός. Οι πόλεις διατηρούσαν μάλιστα μια σχετική αυτονομία και είχαν το δικαίωμα να στέλνουν εκλεγμένους αξιωματούχους στην Πύλη -τους έξαρχους-  οι οποίοι μπορούσαν  να αναφέρουν στο σουλτάνο κάθε παράνομη αξίωση, κατάχρηση ή δίωξη που είχε υποκινηθεί από τους τοπικούς κυβερνήτες. Η κύρια επιδίωξη της οθωμανικής εξουσίας είναι να εισπράττονται ομαλώς οι φόροι:

Αυτοκρατορικός θυρεός την περίοδο των Παλαιολόγων
Αυτοκρατορικός θυρεός την περίοδο των Παλαιολόγων

«Μεταγενέστεροι ταξιδιώτες διαπίστωσαν ότι ο πληθυσμός στην κοιλάδα της Σπάρτης ήταν καθαρά ελληνικός. Στις πελοποννησιακές πόλεις επιτράπηκε να διατηρήσουν την τοπική τους αυτοδιοίκηση. Πολύ λίγοι Τούρκοι ζούσαν σ’ αυτές, εκτός από τις φρουρές στα κάστρα και μια χούφτα αξιωματούχων στα διοικητικά κέντρα. Όσο καιρό επικρατούσε η τάξη και πληρώνονταν οι φόροι, οι τουρκικές αρχές δεν αναμειγνύονταν. Η φορολογία, βασισμένη στον κεφαλικό φόρο, ήταν γενικά χαμηλότερη από ότι ήταν την εποχή των Δεσποτών. Και η κάθε πόλη είχε το δικαίωμα να στέλνει κάθε χρόνο στην Κωνσταντινούπολη δύο εκλεγμένους αξιωματούχους, γνωστούς ως έξαρχους, να αναφέρουν στο σουλτάνο κάθε παράνομη αξίωση ή δίωξη που είχε υποκινηθεί από τους τοπικούς κυβερνήτες. Επί πλέον, κάθε υποδιαίρεση της επαρχίας μπορούσε να στείλει δύο αντιπροσώπους επιλεγμένους μεταξύ των κορυφαίων κατοίκων της, μία ή δύο φορές τον χρόνο, για να συζητήσουν υποθέσεις του τόπου με τον πασά.»

Οι έξαρχοι

Ο Κάρολος Γκοντζάγκα της Μάντουας. Charles Gonzaga (Italian: Carlo Gonzaga) (6 May 1580 – 22 September 1637)
Ο Κάρολος Γκοντζάγκα της Μάντουας. Charles Gonzaga (Italian: Carlo Gonzaga) (6 May 1580 – 22 September 1637)

Η φορολογία του αγροτικού πληθυσμού εξακολουθεί λοιπόν να βασίζεται  στον κεφαλικό φόρο και ήταν γενικά μάλλον χαμηλότερη και λιγότερο επαχθής, αν την συγκρίνουμε με  την εποχή των Δεσποτών.  Οι έξαρχοι, οι τρόπον τινά εκλεγμένοι αντιπρόσωποι των Ελλήνων της Πελοποννήσου στην Κωνσταντινούπολη, ήταν συχνά σε θέση να καταγγείλουν αποτελεσματικά ντόπιους Τούρκους για τυχόν αυθαιρεσίες και συχνά πετύχαιναν την άμεση καθαίρεση τους. Όπως είναι επόμενο, μια τέτοια ισορροπία δυνάμεων και η σχετική ηρεμία, στάθηκε ωφέλιμη στο ντόπιο πληθυσμό.

Οι Έλληνες είχαν ακόμη δικά τους δικαστήρια που διοικούνταν από τους δημοτικούς άρχοντες κάτω από την εξουσία της Εκκλησίας, η οποία διατηρούσε τα παλιά της προνόμια. Τα τουρκικά δικαστήρια εμπλέκονταν μόνο αν ήταν αναμεμειγμένος στην υπόθεση ένας τουλάχιστον μωαμεθανός. Οι κληρικοί δεν πλήρωναν καθόλου φόρους:

 «Μόνον όταν ήταν αναμεμειγμένος ένας μωαμεθανός, η υπόθεση έπρεπε να εκδικασθεί από μουσουλμάνο δικαστή, τον κατή. Υπήρχε ένας κατής εγκατεστημένος σε κάθε μια από τις πιο σημαντικές πόλεις. Η Εκκλησία διατήρησε τα παλιά της προνόμια. Οι κληρικοί ήσαν απαλλαγμένοι από την υποχρέωση πληρωμής φόρων. Αλλά στην πραγματικότητα, οι τοπικοί επίσκοποι το θεώρησαν σκόπιμο να δίνουν κάπου-κάπου γενναιόδωρα δώρα στον πασά και στους ανώτερους υπαλλήλους του, ιδιαίτερα όταν έπρεπε να εγκριθούν οι εκκλησιαστικοί διορισμοί από τις τουρκικές αρχές.»

Οι Μανιάτες

Οι ανυπόταχτοι και εμπειροπόλεμοι Μανιάτες είναι πάντα πρόβλημα για την Οθωμανική εξουσία η οποία διαρκώς επιχειρεί να περιορίσει τις ληστρικές επιδρομές τους εναντίον Τούρκων ή και Ελλήνων αδιακρίτως:

«Ένας συγκεκριμένος κίνδυνος καιροφυλακτούσε πάντα στην περιοχή της Μάνης. Οι κάτοικοι της δεν είχαν ποτέ υποταχθεί πραγματικά στους Τούρκους και εκμεταλλεύονταν κάθε ευκαιρία για να εξεγερθούν εναντίον τους, επιδιώκοντας να ξεσηκώσουν και τους γείτονές τους. Άλλοτε πάλι χαίρονταν να λεηλατούν τα πλουσιότερα εδάφη των γειτόνων τους. Οι κάτοικοι του Μυστρά συχνά είχαν λόγο να είναι ευγνώμονες στην τουρκική φρουρά τους.»

Σύμφωνα με τα λόγια  ενός Άγγλου ταξιδιώτη, του Βερνάρδου Ράντολφ, ο οποίος  επισκέφθηκε το Μυστρά στα 1671 και τον περιγράφει σαν τη μεγαλύτερη πόλη στην Πελοπόννησο μετά την Πάτρα, «Αν και αυτή η πόλη βρίσκεται μακριά από τη θάλασσα και είναι απαλλαγμένη από κινδύνους από αυτή την πλευρά, οι Μανιάτες παρ’ όλα αυτά είναι ένας λαός ικανός να τη λεηλατήσει».

Ο Κάρολος Γκοντζάγκα της Μάντουας

Μανιάτες σε καραούλι, ξυλογραφία
Μανιάτες σε καραούλι, ξυλογραφία

Περίπου το 1612, ένας Γαλλο-Ιταλός ευγενής, ο Κάρολος Γκοντζάγκα της Μάντουας, αποφάσισε να διεκδικήσει το θρόνο της Κωνσταντινούπολης και έστειλε μυστικούς απεσταλμένους στα ελληνικά εδάφη για να ζητήσει στρατιωτική ενίσχυση από τους Μανιάτες. Σύμφωνα με τον ίδιο, η  γιαγιά του από την πλευρά του  πατέρα του ήταν το τελευταίο μέλος ενός κλάδου της αυτοκρατορικής οικογενείας των Παλαιολόγων που είχαν κληρονομήσει τη μαρκιωνία του Μομφερράτου.  Είναι γνωστό ότι ο Μωάμεθ ο Β’ εξόντωσε συστηματικά την πλειονότητα των μελών της ντόπια αριστοκρατίας των βυζαντινών, με σκοπό να μείνουν οι υπόδουλοι ακέφαλοι. Η ασιατική αυτή πολιτική αποδείχτηκε εκ των υστέρων ιδιαίτερα αποτελεσματική: η κυριαρχία  τριών εκατομμυρίων εκατομμυρίων Οθωμανών πάνω σε δέκα εκατομμύρια Χριστιανούς άντεξε για αιώνες. Όπως και να ‘χει, ο φανταστικός ή πραγματικός απόγονος των Παλαιολόγων σχεδίαζε εκτεταμένες πολεμικές επιχειρήσεις και σύμφωνα με τον Ράνσιμαν οι Έλληνες ήταν πρόθυμοι ακόμα και να ασπαστούν τον καθολικισμό, αν ο δούκας γινόταν κύριος της Πελοποννήσου και εξανάγκαζε τους Τούρκους να αποχωρήσουν.

Οι Μανιάτες δέχθηκαν τις προτάσεις του Κάρολου με ενθουσιασμό. Τρεις Μανιάτες μάλιστα παρουσιάστηκαν στη Γαλλία ενώπιον του δούκα και υποσχέθηκαν να τον αναγνωρίσουν ως τον άρχοντα-κύριό τους αν έστελνε αξιωματικούς για να εκπαιδεύσουν τους στρατιώτες τους.

Ο  δικέφαλος αετός

Οι απεσταλμένοι του ίδιου του δούκα επέστρεψαν από την Πελοπόννησο με αισιόδοξες αφηγήσεις για τον ενθουσιασμό που είχαν συναντήσει στη χερσόνησο. Οι Έλληνες ήσαν πρόθυμοι να ασπασθούν τον Καθολικισμό, είπαν, αν ο δούκας εξανάγκαζε τους Τούρκους να αποχωρήσουν από την Πελοπόννησο και ο  δικέφαλος αετός των Παλαιολόγων υψωνόταν πάνω από το Μυστρά. Κατά τον Άγγλο ιστορικό, ο επίσκοπος της Μάινας τούς έδωσε ένα μήνυμα για το δούκα, όπου τον αποκαλούσε Κωνσταντίνο Παλαιολόγο, πείθοντας ακόμη και το μητροπολίτη της Λακεδαιμόνιας να προσθέσει την υπογραφή του σ’ αυτό. Παρ’ όλα αυτά πρέπει να αμφιβάλλει κανείς αν ο μητροπολίτης, που ανήκε στη διαπρεπή οικογένεια των Λασκάρεων, θα δεχόταν τη θρησκευτική πλευρά της πρότασης.

Το σχέδιο του δεν ήταν εντελώς παράλογο, καθώς ικανός αριθμός ενόπλων διαβιούσε στο Μοριά. Υπολογίσθηκε ότι η Πελοπόννησος μπορούσε να εξασφαλίσει 15.000 μάχιμους άντρες, ενώ οι Τούρκοι είχαν μόνο 8.000 πιθανούς στρατιώτες στην επαρχία, οι περισσότεροι από τους οποίους αποτελούσαν τις φρουρές των μεγαλύτερων κάστρων. Όπως και να έγινε, ο Κάρολος Γκοντζάγκα της Μάντουας, μετά από δώδεκα περίπου χρόνια άκαρπων μηχανορραφιών  εγκατέλειψε το σχέδιο του και  περιόρισε τις φιλοδοξίες του στο Δουκάτου της Μάντουα:

«Αλλά ο δούκας καθυστέρησε. Ήταν αρκετά συνετός ώστε να μην αρχίσει την περιπέτεια χωρίς σταθερή διπλωματική βοήθεια· και είχε την ελπίδα ότι θα οργάνωνε εξεγέρσεις σε άλλες επαρχίες της οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Οι προσπάθειές του είχαν φέρει ασήμαντα αποτελέσματα. Όταν τελικά συγκέντρωσε πέντε πλοία για να μεταφέρει τους στρατιώτες στην Ελλάδα, αυτά καταστράφηκαν από φωτιά, ίσως από δολιοφθορείς· και οι άνθρωποι του στα Βαλκάνια δεν μπορούσαν να τού υποσχεθούν επαρκή υποστήριξη. Μετά από δώδεκα περίπου χρόνια άκαρπων μηχανορραφιών ο δούκας εγκατέλειψε το σχέδιο του, αρκούμενος στη διεκδίκηση του Δουκάτου της Μάντουα που ήταν η ιδιαίτερη πατρίδα του».

Η Πελοπόννησος θα γίνει στη διάρκεια του απελευθερωτικού αγώνα των Ελλήνων το κέντρο των στρατιωτικών εξελίξεων και ο εδαφικός πυρήνας του πρώτου νεοελληνικού κράτους. Ο τόπος θα ελευθερωθεί από ντόπιες, κατά βάση άτακτες στρατιωτικές δυνάμεις, και θα αποτελέσει το βασικό επαναστατικό τετελεσμένο στις διπλωματικές διαπραγματεύσεις που βρισκόταν σε εξέλιξη. Ο ανελέητος κλεφτοπόλεμος, η φωτιά και το τσεκούρι που εξαπέλυσε ο γέρος του Μοριά, και κυρίως το ηρωικό και καρτερικό φρόνημα των ντόπιων θα βαστάξουν όπως όπως την επανάσταση στην Πελοπόννησο, μέχρι τα κανόνια στον κόλπο του Ναυαρίνου να σημάνουν την αυγή της ελληνικής ανεξαρτησίας.

Η ναυμαχία στο Ναυαρίνο (επίσης Ναβαρίνο) έγινε στις 20 Οκτωβρίου του 1827, κατά τη διάρκεια της ελληνικής επανάστασης (1821-1832) στον κόλπο Ναυαρίνο, στη δυτική ακτή της χερσονήσου της Πελοποννήσου στο Ιόνιο Πέλαγος.
Η ναυμαχία στο Ναυαρίνο (επίσης Ναβαρίνο) έγινε στις 20 Οκτωβρίου του 1827, κατά τη διάρκεια της ελληνικής επανάστασης (1821-1832) στον κόλπο Ναυαρίνο, στη δυτική ακτή της χερσονήσου της Πελοποννήσου στο Ιόνιο Πέλαγος.

Ακούστε: Σήμερα μέρα σκοτεινή,  Μανιατικό μοιρολόι Πρωτοψάλτη

(Εμφανιστηκε 1,639 φορές, 1 εμφανίσεις σήμερα)

Δείτε ακόμη:

Κάντε ένα σχόλιο

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.